λειοκόνιτος: Difference between revisions

From LSJ

αἰὼν παῖς ἐστι παίζων, πεσσεύων∙ παιδός η βασιληίη → time is a child playing draughts; the kingship is a child's | a life-time is a child playing, playing checkers: the kingship belongs to a child | a whole human life-time is nothing but a child playing, playing checkers: the kingship belongs to a child | lifetime is a child at play, moving pieces in a game; kingship belongs to the child

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $2$4")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=leiokonitos
|Transliteration C=leiokonitos
|Beta Code=leioko/nitos
|Beta Code=leioko/nitos
|Definition=<b class="b3">ἡ τελείως ὡς κόνις διαλελυμένη, λείως γὰρ τελείως</b>, Hsch.; cf. [[λεωκόνιτος]].
|Definition=ἡ τελείως ὡς κόνις διαλελυμένη, λείως γὰρ τελείως, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]; cf. [[λεωκόνιτος]].
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 09:20, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λειοκόνιτος Medium diacritics: λειοκόνιτος Low diacritics: λειοκόνιτος Capitals: ΛΕΙΟΚΟΝΙΤΟΣ
Transliteration A: leiokónitos Transliteration B: leiokonitos Transliteration C: leiokonitos Beta Code: leioko/nitos

English (LSJ)

ἡ τελείως ὡς κόνις διαλελυμένη, λείως γὰρ τελείως, Hsch.; cf. λεωκόνιτος.

Greek (Liddell-Scott)

λειοκόνιτος: «ἡ τελείως ὡς κόνις διαλελυμένη· λείως γὰρ τελείως» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

λειοκόνιτος (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «ἡ τελείως ὡς κόνις διαλελυμένη, λείως γὰρ τελείως».
[ΕΤΥΜΟΛ. < λεῖος + -κόνιτος(< κόνις), πρβλ. λεωκόνιτος].