ὀκτάτροπος: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ἃ τοῖς ἄλλοις ἐπιτιμῶμεν, αὐτοὶ μὴ δρῶμεν → avoid doing what you would blame others for doing

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=oktatropos
|Transliteration C=oktatropos
|Beta Code=o)kta/tropos
|Beta Code=o)kta/tropos
|Definition=ἡ, [[the first eight]] [[τόποι]] of the [[δωδεκάτροπος]], <span class="bibl">Vett.Val.334.20</span>.
|Definition=ἡ, [[the first eight]] [[τόποι]] of the [[δωδεκάτροπος]], Vett.Val.334.20.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀκτάτροπος]], ἡ (Α)<br />οι πρώτοι [[οκτώ]] τρόποι του διηρημένου σε [[δώδεκα]] τμήματα κύκλου, [[γύρω]] από τον οποίο υπήρχε η [[αντίληψη]] ότι στρέφονταν ο [[ζωδιακός]] [[κύκλος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οχτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[τρόπος]] ([[πρβλ]]. [[δωδεκάτροπος]])].
|mltxt=[[ὀκτάτροπος]], ἡ (Α)<br />οι πρώτοι [[οκτώ]] τρόποι του διηρημένου σε [[δώδεκα]] τμήματα κύκλου, [[γύρω]] από τον οποίο υπήρχε η [[αντίληψη]] ότι στρέφονταν ο [[ζωδιακός]] [[κύκλος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀκτα</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[οχτώ]]) <span style="color: red;">+</span> [[τρόπος]] ([[πρβλ]]. [[δωδεκάτροπος]])].
}}
}}

Latest revision as of 11:46, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀκτάτροπος Medium diacritics: ὀκτάτροπος Low diacritics: οκτάτροπος Capitals: ΟΚΤΑΤΡΟΠΟΣ
Transliteration A: oktátropos Transliteration B: oktatropos Transliteration C: oktatropos Beta Code: o)kta/tropos

English (LSJ)

ἡ, the first eight τόποι of the δωδεκάτροπος, Vett.Val.334.20.

Greek Monolingual

ὀκτάτροπος, ἡ (Α)
οι πρώτοι οκτώ τρόποι του διηρημένου σε δώδεκα τμήματα κύκλου, γύρω από τον οποίο υπήρχε η αντίληψη ότι στρέφονταν ο ζωδιακός κύκλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οχτώ) + τρόπος (πρβλ. δωδεκάτροπος)].