σφραγιστήρ: Difference between revisions

From LSJ

Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht

Menander, Monostichoi, 178
(b)
m (LSJ1 replacement)
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=sfragistir
|Transliteration C=sfragistir
|Beta Code=sfragisth/r
|Beta Code=sfragisth/r
|Definition=ῆρος, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">sealer</b>, i.e. <b class="b2">sealring, signet</b>, <span class="bibl">Nicom.<span class="title">Ar.</span>1.23</span>, <span class="bibl">D.L.7.50</span>.</span>
|Definition=σφραγιστῆρος, ὁ, [[sealer]], i.e. [[sealring]], [[signet]], Nicom.''Ar.''1.23, D.L.7.50.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1052.png Seite 1052]] ῆρος, ὁ, der Siegler, der Siegelring (?).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1052.png Seite 1052]] ῆρος, ὁ, der Siegler, der Siegelring (?).
}}
{{elru
|elrutext='''σφρᾱγιστήρ:''' ῆρος ὁ [[перстень с печатью]], [[печатка]] Diog. L.
}}
{{ls
|lstext='''σφρᾱγιστήρ''': ῆρος, ὁ, ὁ σφραγίζων, δηλ. [[δακτύλιος]] μετὰ σφραγιδολίθου, [[σφραγίς]], Διοκλῆς παρὰ Διογ. Λ. 7. 50. - Ἐπίθ., σφρ. [[λίθος]], ὁ [[λίθος]] δακτυλίου χρησιμεύοντος ὡς σφραγῖδος, Πλανούδ. Ὀβιδ. Μετ. 9. 565.
}}
{{grml
|mltxt=-ῆρος, ὁ, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br /><b>ως επίθ.</b> αυτός με τον οποίο σφραγίζεται [[κάτι]] («σφραγιστῆρι λίθῳ... σφραγίζει πιέσασα», Πλαν.)<br /><b>αρχ.</b><br />[[δαχτυλίδι]] με σφραγιδόλιθο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σφραγίζω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τὴρ</i> (<b>πρβλ.</b> [[κομιστήρ]], [[σωφρονιστήρ]])].
}}
}}

Latest revision as of 11:34, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφρᾱγιστήρ Medium diacritics: σφραγιστήρ Low diacritics: σφραγιστήρ Capitals: ΣΦΡΑΓΙΣΤΗΡ
Transliteration A: sphragistḗr Transliteration B: sphragistēr Transliteration C: sfragistir Beta Code: sfragisth/r

English (LSJ)

σφραγιστῆρος, ὁ, sealer, i.e. sealring, signet, Nicom.Ar.1.23, D.L.7.50.

German (Pape)

[Seite 1052] ῆρος, ὁ, der Siegler, der Siegelring (?).

Russian (Dvoretsky)

σφρᾱγιστήρ: ῆρος ὁ перстень с печатью, печатка Diog. L.

Greek (Liddell-Scott)

σφρᾱγιστήρ: ῆρος, ὁ, ὁ σφραγίζων, δηλ. δακτύλιος μετὰ σφραγιδολίθου, σφραγίς, Διοκλῆς παρὰ Διογ. Λ. 7. 50. - Ἐπίθ., σφρ. λίθος, ὁ λίθος δακτυλίου χρησιμεύοντος ὡς σφραγῖδος, Πλανούδ. Ὀβιδ. Μετ. 9. 565.

Greek Monolingual

-ῆρος, ὁ, ΜΑ
μσν.
ως επίθ. αυτός με τον οποίο σφραγίζεται κάτι («σφραγιστῆρι λίθῳ... σφραγίζει πιέσασα», Πλαν.)
αρχ.
δαχτυλίδι με σφραγιδόλιθο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφραγίζω + επίθημα -τὴρ (πρβλ. κομιστήρ, σωφρονιστήρ)].