ἐξάρθρημα: Difference between revisions

From LSJ

Πᾶσιν γὰρ εὖ φρονοῦσι συμμαχεῖ τύχη → Sapientibus Fortuna se fert opiferam → Mit allen, die klug denken, steht das Glück im Bund

Menander, Monostichoi, 462
mNo edit summary
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eksarthrima
|Transliteration C=eksarthrima
|Beta Code=e)ca/rqrhma
|Beta Code=e)ca/rqrhma
|Definition=-ατος, τό, [[dislocation]], ib.58, Gal.6.876.
|Definition=ἐξαρθρήματος, τό, [[dislocation]], ib.58, Gal.6.876.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />medic. [[dislocación]] ἤν γέ τι τοιοῦτον αὐτοὺς ἐ. καταλάβῃ Hp.<i>Art</i>.12, cf. 59, [[διακριτέον]] ... τὸ ἐ. δὲ ἀκίνητον εἶναι μέχρι τῆς διαστάσεως Sor.<i>Fract</i>.12, κἂν ... ἀνίατον ἐ. μείνῃ Gal.4.364, plu. (φλεγμονή) ἐξαρθρήμασί τε καὶ κατάγμασι ... ἐπιγίγνεται Gal.11.73, cf. 17(2).265, 18(2).867, Orib.49.14.11, Paul.Aeg.6.111.1.
|dgtxt=ἐξαρθρήματος, τό<br />medic. [[dislocación]] ἤν γέ τι τοιοῦτον αὐτοὺς ἐ. καταλάβῃ Hp.<i>Art</i>.12, cf. 59, [[διακριτέον]] ... τὸ ἐ. δὲ ἀκίνητον εἶναι μέχρι τῆς διαστάσεως Sor.<i>Fract</i>.12, κἂν ... ἀνίατον ἐ. μείνῃ Gal.4.364, plu. (φλεγμονή) ἐξαρθρήμασί τε καὶ κατάγμασι ... ἐπιγίγνεται Gal.11.73, cf. 17(2).265, 18(2).867, Orib.49.14.11, Paul.Aeg.6.111.1.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 05:28, 13 May 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξάρθρημα Medium diacritics: ἐξάρθρημα Low diacritics: εξάρθρημα Capitals: ΕΞΑΡΘΡΗΜΑ
Transliteration A: exárthrēma Transliteration B: exarthrēma Transliteration C: eksarthrima Beta Code: e)ca/rqrhma

English (LSJ)

ἐξαρθρήματος, τό, dislocation, ib.58, Gal.6.876.

Spanish (DGE)

ἐξαρθρήματος, τό
medic. dislocación ἤν γέ τι τοιοῦτον αὐτοὺς ἐ. καταλάβῃ Hp.Art.12, cf. 59, διακριτέον ... τὸ ἐ. δὲ ἀκίνητον εἶναι μέχρι τῆς διαστάσεως Sor.Fract.12, κἂν ... ἀνίατον ἐ. μείνῃ Gal.4.364, plu. (φλεγμονή) ἐξαρθρήμασί τε καὶ κατάγμασι ... ἐπιγίγνεται Gal.11.73, cf. 17(2).265, 18(2).867, Orib.49.14.11, Paul.Aeg.6.111.1.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξάρθρημα: τό, ἐκτοπισμὸς ὀστοῦ, «στραγγούλισμα», Ἱππ. π. Ἄρθρ. 789, προσέτι ἐξάρθρησις, εως, ἡ, αὐτόθι 821.

Greek Monolingual

το (Α ἐξάρθρημα) εξαρθρώ
εξάρθρωση.

German (Pape)

Hippocr. = ἐξάρθρωμα.

Translations