ἁπληγίς: Difference between revisions

From LSJ

ἀεὶ δ' ἀρέσκειν τοῖς κρατοῦσιν → always try to please your masters, always be obsequious to the masters

Source
(6_12)
m (Text replacement - "S.''Fr.''" to "S.''Fr.''")
 
(15 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=apligis
|Transliteration C=apligis
|Beta Code=a(plhgi/s
|Beta Code=a(plhgi/s
|Definition=ίδος, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[ἁπλοΐς]] (as Subst.), <b class="b2">a single upper garment</b> or <b class="b2">cloak</b>, opp. <b class="b3">διπληγίς</b>, <span class="bibl">S.<span class="title">Fr.</span>777</span>, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Fr.</span>54</span>, <span class="bibl">Herod.5.18</span>.</span>
|Definition=-ίδος, ἡ, = [[ἁπλοΐς]] (as [[substantive]]), [[a single upper garment]] or [[cloak]], opp. [[διπληγίς]], [[Sophocles|S.]]''[[Fragments|Fr.]]''777, Ar.''Fr.''54, Herod.5.18.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ίδος, ἡ<br />[[capa sencilla]], [[no doblada]] τρύχει καλυφθεὶς Θεσσαλῆς ἁπληγίδος S.<i>Fr</i>.777, cf. Ar.<i>Fr</i>.54, Herod.5.18.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0292.png Seite 292]] ίδος, ἡ, sc. [[χλαῖνα]], ein einfaches Gewand, vgl. [[ἁπλοΐς]]; Aesch. Suppl. 843 Soph. fr. 843.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0292.png Seite 292]] ίδος, ἡ, ''[[sc.]]'' [[χλαῖνα]], ein einfaches Gewand, vgl. [[ἁπλοΐς]]; Aesch. Suppl. 843 Soph. fr. 843.
}}
{{elru
|elrutext='''ἁπληγίς:''' ίδος ἡ Soph., Arph. = [[ἁπλοΐς]] I.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἁπληγίς''': -ίδος, ἡ, = [[ἁπλοΐς]] (ὡς οὐσιαστ.) [[ἐπανωφόριον]] ἁπλοῦν κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[διπληγίς]], «[[ἁπληγίς]]: τὸ ἁπλοῦν [[ἱμάτιον]], [[ὅπερ]] [[Ὅμηρος]] ἁπλοΐδα καλεῖ, Σοφοκλῆς» Ἐτυμ. Μ. (Σοφ. Ἀποσπ. 843), «[[ἁπληγίς]]: [[ἱματίδιον]] σύμμετρον. Ἀναγύρῳ Ἀριστοφάνης, «ἐκ δὲ τῆς ἐμῆς χλανίδος [[τρεῖς]] ἁπληγίδας ποιῶν» Α. Β. 425, 20 (Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 149).
|lstext='''ἁπληγίς''': -ίδος, ἡ, = [[ἁπλοΐς]] (ὡς οὐσιαστ.) [[ἐπανωφόριον]] ἁπλοῦν κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ [[διπληγίς]], «[[ἁπληγίς]]: τὸ ἁπλοῦν [[ἱμάτιον]], [[ὅπερ]] [[Ὅμηρος]] ἁπλοΐδα καλεῖ, Σοφοκλῆς» Ἐτυμ. Μ. (Σοφ. Ἀποσπ. 843), «[[ἁπληγίς]]: [[ἱματίδιον]] σύμμετρον. Ἀναγύρῳ Ἀριστοφάνης, «ἐκ δὲ τῆς ἐμῆς χλανίδος [[τρεῖς]] ἁπληγίδας ποιῶν» Α. Β. 425, 20 (Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 149).
}}
{{grml
|mltxt=ἀπληγίς (-ίδος), η (AM)<br />μονό [[ιμάτιο]], [[απλοΐς]].
}}
}}

Latest revision as of 10:00, 23 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁπληγίς Medium diacritics: ἁπληγίς Low diacritics: απληγίς Capitals: ΑΠΛΗΓΙΣ
Transliteration A: haplēgís Transliteration B: haplēgis Transliteration C: apligis Beta Code: a(plhgi/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, = ἁπλοΐς (as substantive), a single upper garment or cloak, opp. διπληγίς, S.Fr.777, Ar.Fr.54, Herod.5.18.

Spanish (DGE)

-ίδος, ἡ
capa sencilla, no doblada τρύχει καλυφθεὶς Θεσσαλῆς ἁπληγίδος S.Fr.777, cf. Ar.Fr.54, Herod.5.18.

German (Pape)

[Seite 292] ίδος, ἡ, sc. χλαῖνα, ein einfaches Gewand, vgl. ἁπλοΐς; Aesch. Suppl. 843 Soph. fr. 843.

Russian (Dvoretsky)

ἁπληγίς: ίδος ἡ Soph., Arph. = ἁπλοΐς I.

Greek (Liddell-Scott)

ἁπληγίς: -ίδος, ἡ, = ἁπλοΐς (ὡς οὐσιαστ.) ἐπανωφόριον ἁπλοῦν κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ διπληγίς, «ἁπληγίς: τὸ ἁπλοῦν ἱμάτιον, ὅπερ Ὅμηρος ἁπλοΐδα καλεῖ, Σοφοκλῆς» Ἐτυμ. Μ. (Σοφ. Ἀποσπ. 843), «ἁπληγίς: ἱματίδιον σύμμετρον. Ἀναγύρῳ Ἀριστοφάνης, «ἐκ δὲ τῆς ἐμῆς χλανίδος τρεῖς ἁπληγίδας ποιῶν» Α. Β. 425, 20 (Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 149).

Greek Monolingual

ἀπληγίς (-ίδος), η (AM)
μονό ιμάτιο, απλοΐς.