πηγάνινος: Difference between revisions

From LSJ

τύχας ὀνησίμους γαίας ἐξαμβρῦσαιcause happiness to spring forth from the earth

Source
(6_3)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=piganinos
|Transliteration C=piganinos
|Beta Code=phga/ninos
|Beta Code=phga/ninos
|Definition=η, ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">of rue</b>, ἔλαιον Id.11.489.</span>
|Definition=η, ον, [[of rue]], ἔλαιον Id.11.489.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πηγάνινος''': [ᾰ], -η, -ον, ὁ ἐκ πηγάνου, πηγάνινον [[ἔλαιον]] Γαλην. τ. 13, σ. 40, Ἀλέξ. Τραλλ. 1, σ. 22, 98, κτλ.
|lstext='''πηγάνινος''': [ᾰ], -η, -ον, ὁ ἐκ πηγάνου, πηγάνινον [[ἔλαιον]] Γαλην. τ. 13, σ. 40, Ἀλέξ. Τραλλ. 1, σ. 22, 98, κτλ.
}}
{{grml
|mltxt=-ίνη, -ον, Α<br />παρασκευασμένος από [[πήγανο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πήγανον]] «[[είδος]] φυτού» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ινος</i> ([[πρβλ]]. [[μάλλινος]])].
}}
}}

Latest revision as of 15:55, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πηγάνινος Medium diacritics: πηγάνινος Low diacritics: πηγάνινος Capitals: ΠΗΓΑΝΙΝΟΣ
Transliteration A: pēgáninos Transliteration B: pēganinos Transliteration C: piganinos Beta Code: phga/ninos

English (LSJ)

η, ον, of rue, ἔλαιον Id.11.489.

German (Pape)

[Seite 608] aus Raute, von der Raute gemacht, sp. Medic.

Greek (Liddell-Scott)

πηγάνινος: [ᾰ], -η, -ον, ὁ ἐκ πηγάνου, πηγάνινον ἔλαιον Γαλην. τ. 13, σ. 40, Ἀλέξ. Τραλλ. 1, σ. 22, 98, κτλ.

Greek Monolingual

-ίνη, -ον, Α
παρασκευασμένος από πήγανο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πήγανον «είδος φυτού» + κατάλ. -ινος (πρβλ. μάλλινος)].