ἀπροθέτως: Difference between revisions
From LSJ
αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us
(6_6) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aprothetos | |Transliteration C=aprothetos | ||
|Beta Code=a)proqe/tws | |Beta Code=a)proqe/tws | ||
|Definition=Adv., (προτίθημι) | |Definition=Adv., ([[προτίθημι]]) [[undesignedly]], Plb.9.12.6. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0338.png Seite 338]] unvorsätzlich, Pol. 9, 12. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0338.png Seite 338]] unvorsätzlich, Pol. 9, 12. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀπροθέτως:''' [[без заранее обдуманного плана]] Polyb. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπροθέτως''': ἐπίρρ. ([[προτίθημι]]) [[ἄνευ]] προθέσεως, τὰ μὲν οὖν [[ἀπροθέτως]] ἐν τοῖς πολεμικοῖς συμβαίνοντα πράξεις μὲν [[οὐδαμῶς]] ἁρμόζει λέγειν, περιπετείας δὲ καὶ συγκυρήσεις [[μᾶλλον]] Πολύβ. 9. 12, 6: πρβλ. καὶ Σουΐδ. ἐν λέξει. | |lstext='''ἀπροθέτως''': ἐπίρρ. ([[προτίθημι]]) [[ἄνευ]] προθέσεως, τὰ μὲν οὖν [[ἀπροθέτως]] ἐν τοῖς πολεμικοῖς συμβαίνοντα πράξεις μὲν [[οὐδαμῶς]] ἁρμόζει λέγειν, περιπετείας δὲ καὶ συγκυρήσεις [[μᾶλλον]] Πολύβ. 9. 12, 6: πρβλ. καὶ Σουΐδ. ἐν λέξει. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀπροθέτως]] <b>επίρρ.</b> (Α)<br />[[χωρίς]] [[πρόθεση]], όχι σκόπιμα. | |||
}} | |||
{{eles | |||
|esgtx=[[involuntariamente]], [[maquinalmente]] | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:18, 25 August 2023
English (LSJ)
Adv., (προτίθημι) undesignedly, Plb.9.12.6.
German (Pape)
[Seite 338] unvorsätzlich, Pol. 9, 12.
Russian (Dvoretsky)
ἀπροθέτως: без заранее обдуманного плана Polyb.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπροθέτως: ἐπίρρ. (προτίθημι) ἄνευ προθέσεως, τὰ μὲν οὖν ἀπροθέτως ἐν τοῖς πολεμικοῖς συμβαίνοντα πράξεις μὲν οὐδαμῶς ἁρμόζει λέγειν, περιπετείας δὲ καὶ συγκυρήσεις μᾶλλον Πολύβ. 9. 12, 6: πρβλ. καὶ Σουΐδ. ἐν λέξει.
Greek Monolingual
ἀπροθέτως επίρρ. (Α)
χωρίς πρόθεση, όχι σκόπιμα.