ὀρνιθοσκοπία: Difference between revisions
ἢ τοὺς πότους ἐρεῖς δῆλον ὅτι καὶ τὰ δεῖπνα καὶ ἐσθῆτα καὶ ἀφροδίσια, καὶ δέδιας μὴ τούτων ἐνδεὴς γενόμενος ἀπόλωμαι. οὐκ ἐννοεῖς δὲ ὅτι τὸ μὴ διψῆν τοῦ πιεῖν πολὺ κάλλιον καὶ τὸ μὴ πεινῆν τοῦ φαγεῖν καὶ τὸ μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν; → There you'll go, talking of drinking and dining and dressing up and screwing, worrying I'll be lost without all that. Don't you realize how much better it is to have no thirst, than to drink? to have no hunger, than to eat? to not be cold, than to possess a wardrobe of finery? (Lucian, On Mourning 16)
(6_9) |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ornithoskopia | |Transliteration C=ornithoskopia | ||
|Beta Code=o)rniqoskopi/a | |Beta Code=o)rniqoskopi/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, = [[ὀρνιθομαντεία]], Phleg. 37J. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὀρνῑθοσκοπία''': ἡ, = [[ὀρνιθομαντεία]], Ἀποστολ. Διαταγ. Βασιλ., κτλ. | |lstext='''ὀρνῑθοσκοπία''': ἡ, = [[ὀρνιθομαντεία]], Ἀποστολ. Διαταγ. Βασιλ., κτλ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ὀρνιθοσκοπία]], ἡ (Α) [[ορνιθοσκόπος]]<br />[[πρόβλεψη]] του μέλλοντος από την [[παρατήρηση]] του πετάγματος ή της κραυγής πτηνών, [[ορνιθομαντεία]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:57, 24 August 2022
English (LSJ)
ἡ, = ὀρνιθομαντεία, Phleg. 37J.
German (Pape)
[Seite 383] ἡ, die Vogelschau und das Wahrsagen daraus, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ὀρνῑθοσκοπία: ἡ, = ὀρνιθομαντεία, Ἀποστολ. Διαταγ. Βασιλ., κτλ.
Greek Monolingual
ὀρνιθοσκοπία, ἡ (Α) ορνιθοσκόπος
πρόβλεψη του μέλλοντος από την παρατήρηση του πετάγματος ή της κραυγής πτηνών, ορνιθομαντεία.