φρικτοβόας: Difference between revisions

From LSJ

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source
(6_19)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4, $7$9]")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''φρικτοβόας''': -ου, ὁ, ὁ φρικτῶς βοῶν, φωνάζων, Θεοδ. Προδρ. Ἐπ. 14.
|lstext='''φρικτοβόας''': -ου, ὁ, ὁ φρικτῶς βοῶν, φωνάζων, Θεοδ. Προδρ. Ἐπ. 14.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Μ<br />αυτός που φωνάζει τρομερά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φρικτός]] <span style="color: red;">+</span> -[[βόας]] (<span style="color: red;"><</span> <i>βοή</i>), [[πρβλ]]. [[μεγαλοβόας]], [[στερεοβόας]]].
}}
}}

Latest revision as of 16:39, 9 May 2023

Greek (Liddell-Scott)

φρικτοβόας: -ου, ὁ, ὁ φρικτῶς βοῶν, φωνάζων, Θεοδ. Προδρ. Ἐπ. 14.

Greek Monolingual

ὁ, Μ
αυτός που φωνάζει τρομερά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρικτός + -βόας (< βοή), πρβλ. μεγαλοβόας, στερεοβόας].