περικάδομαι: Difference between revisions

From LSJ

Τὰ πλεῖστα θνητοῖς τῶν κακῶν αὐθαίρετα → Ab ipsis fere parantur mala mortalibus → Von Sterblichen ist selbstgewählt das meiste Leid

Menander, Monostichoi, 499
(6_6)
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=perikadomai
|Transliteration C=perikadomai
|Beta Code=perika/domai
|Beta Code=perika/domai
|Definition=Dor. for -<b class="b3">κήδομαι</b>.
|Definition=Dor. for -[[κήδομαι]].
}}
{{elru
|elrutext='''περικάδομαι:''' дор. = [[περικήδομαι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''περικάδομαι''': Δωρ. ἀντὶ -[[κήδομαι]], [[μάλα]] ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι Πινδ. Ν. 10, 100.
|lstext='''περικάδομαι''': Δωρ. ἀντὶ -[[κήδομαι]], [[μάλα]] ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι Πινδ. Ν. 10, 100.
}}
{{Slater
|sltr=<b>περικᾱδομαι</b> [[care]] [[for]] c. gen. ([[Διόσκουροι]]) ἀγώνων μοῖραν Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ διέποντι θάλειαν, [[μάλα]] μὲν [[ἀνδρῶν]] [[δικαίων]] περικαδόμενοι (N. 10.54)
}}
{{grml
|mltxt=Α<br />(<b>δωρ. τ.</b>) <b>βλ.</b> [[περικήδομαι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''περικάδομαι:''' Δωρ. αντί -[[κήδομαι]].
}}
}}

Latest revision as of 15:20, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περικάδομαι Medium diacritics: περικάδομαι Low diacritics: περικάδομαι Capitals: ΠΕΡΙΚΑΔΟΜΑΙ
Transliteration A: perikádomai Transliteration B: perikadomai Transliteration C: perikadomai Beta Code: perika/domai

English (LSJ)

Dor. for -κήδομαι.

Russian (Dvoretsky)

περικάδομαι: дор. = περικήδομαι.

Greek (Liddell-Scott)

περικάδομαι: Δωρ. ἀντὶ -κήδομαι, μάλα ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι Πινδ. Ν. 10, 100.

English (Slater)

περικᾱδομαι care for c. gen. (Διόσκουροι) ἀγώνων μοῖραν Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ διέποντι θάλειαν, μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι (N. 10.54)

Greek Monolingual

Α
(δωρ. τ.) βλ. περικήδομαι.

Greek Monotonic

περικάδομαι: Δωρ. αντί -κήδομαι.