ῥοάς: Difference between revisions
From LSJ
Βίον καλὸν ζῇς, ἂν γυναῖκα μὴ τρέφῃς → Uxorem si non duxis, vives commode → Gut ist dein Leben, wenn du keine Frau ernährst
(6_4) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=roas | |Transliteration C=roas | ||
|Beta Code=r(oa/s | |Beta Code=r(oa/s | ||
|Definition= | |Definition=ῥοάδος, ἡ, ([[ῥέω]]) [[shedding of fruit]], a disease of vines, [[falsa lectio|f.l.]] for [[ῥυάς]], [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[Historia Plantarum|HP]]'' 4.14.6. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ῥοάς''': -άδος, ἡ, (ῥέω) ἡ [[νόσος]] τῶν [[ἀμπέλων]], [[ὅταν]] ἀπορρέωσιν αἱ ῥᾶγες, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 14, 6· ῥυὰς ἐν τῷ Γεωπ.· «ἐκλήθησαν δὲ ῥυάδες αἱ μὴ συνέχουσαι τὸν καρπόν, ἀπὸ τοῦ ῥεῖν» Γεωπ. 5. 39, 4, πρβλ. [[ῥυάς]]. | |lstext='''ῥοάς''': -άδος, ἡ, (ῥέω) ἡ [[νόσος]] τῶν [[ἀμπέλων]], [[ὅταν]] ἀπορρέωσιν αἱ ῥᾶγες, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 14, 6· ῥυὰς ἐν τῷ Γεωπ.· «ἐκλήθησαν δὲ ῥυάδες αἱ μὴ συνέχουσαι τὸν καρπόν, ἀπὸ τοῦ ῥεῖν» Γεωπ. 5. 39, 4, πρβλ. [[ῥυάς]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-[[άδος]], ἡ, Α<br />(σχετικά με νόσο τών αμπελιών) [[πτώση]] τών καρπών, [[πτώση]] τών ρωγών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Εσφ. γρφ. [[αντί]] [[ῥυάς]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:09, 25 August 2023
English (LSJ)
ῥοάδος, ἡ, (ῥέω) shedding of fruit, a disease of vines, f.l. for ῥυάς, Thphr. HP 4.14.6.
German (Pape)
[Seite 846] άδος, ἡ, das Fließen, eine Krankheit der Weinstöcke, Sp., wie Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
ῥοάς: -άδος, ἡ, (ῥέω) ἡ νόσος τῶν ἀμπέλων, ὅταν ἀπορρέωσιν αἱ ῥᾶγες, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 14, 6· ῥυὰς ἐν τῷ Γεωπ.· «ἐκλήθησαν δὲ ῥυάδες αἱ μὴ συνέχουσαι τὸν καρπόν, ἀπὸ τοῦ ῥεῖν» Γεωπ. 5. 39, 4, πρβλ. ῥυάς.
Greek Monolingual
-άδος, ἡ, Α
(σχετικά με νόσο τών αμπελιών) πτώση τών καρπών, πτώση τών ρωγών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Εσφ. γρφ. αντί ῥυάς.