μελαγγραφής: Difference between revisions

From LSJ

δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up

Source
(6_7)
m (LSJ1 replacement)
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=melaggrafis
|Transliteration C=melaggrafis
|Beta Code=melaggrafh/s
|Beta Code=melaggrafh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">marked with black</b>, <b class="b3">διφθέραι</b> prob. for <b class="b3">μελεγγρ-</b> in <span class="bibl">E.<span class="title">Fr.</span>627</span>.</span>
|Definition=μελαγγραφές, [[marked with black]], [[διφθέραι]] prob. for <b class="b3">μελεγγρ-</b> in E.''Fr.''627.
}}
{{elru
|elrutext='''μελαγγραφής:''' [[покрытый черными узорами]] (διφθέραι Eur.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μελαγγρᾰφής''': -ές, ὁ μὲ [[μέλαν]] [[χρῶμα]] γεγραμμένος, διφθέραι Εὐρ. Ἀποσπ. 629.
|lstext='''μελαγγρᾰφής''': -ές, ὁ μὲ [[μέλαν]] [[χρῶμα]] γεγραμμένος, διφθέραι Εὐρ. Ἀποσπ. 629.
}}
{{grml
|mltxt=[[μελαγγραφής]], -ές (Α)<br />[[γραμμένος]] με μαύρο [[χρώμα]] («διφθέραι μελαγγραφείς», Ευ p.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέλας]], -<i>ανος</i> <span style="color: red;">+</span> -[[γραφής]] (<span style="color: red;"><</span> [[γραφή]]), [[πρβλ]]. [[αρτιγραφής]], [[χρυσογραφής]]].
}}
}}

Latest revision as of 11:25, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελαγγρᾰφής Medium diacritics: μελαγγραφής Low diacritics: μελαγγραφής Capitals: ΜΕΛΑΓΓΡΑΦΗΣ
Transliteration A: melangraphḗs Transliteration B: melangraphēs Transliteration C: melaggrafis Beta Code: melaggrafh/s

English (LSJ)

μελαγγραφές, marked with black, διφθέραι prob. for μελεγγρ- in E.Fr.627.

Russian (Dvoretsky)

μελαγγραφής: покрытый черными узорами (διφθέραι Eur.).

Greek (Liddell-Scott)

μελαγγρᾰφής: -ές, ὁ μὲ μέλαν χρῶμα γεγραμμένος, διφθέραι Εὐρ. Ἀποσπ. 629.

Greek Monolingual

μελαγγραφής, -ές (Α)
γραμμένος με μαύρο χρώμα («διφθέραι μελαγγραφείς», Ευ p.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + -γραφής (< γραφή), πρβλ. αρτιγραφής, χρυσογραφής].