ἑνδεκασύλλαβος: Difference between revisions
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
(6_17) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(12 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=endekasyllavos | |Transliteration C=endekasyllavos | ||
|Beta Code=e(ndekasu/llabos | |Beta Code=e(ndekasu/llabos | ||
|Definition= | |Definition=ἑνδεκασύλλαβον, [[eleven-syllabled]], [[ἑνδεκασύλλαβον]] = [[hendecasyllabum]]; [[ἑνδεκασύλλαβον]] [[Πινδαρικόν]] (''[[sc.]]'' [[μέτρον]]) = [[Pindaric]] eleven-syllable Heph.14.2. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />métr. [[endecasílabo]] del metro de once sílabas, del alcaico, Heph.14.3, del sáfico, Heph.14.1, del pindárico, Heph.14.2, del falecio, Cat.12.10, 42.1. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑνδεκασύλλαβος''': -ον, ὁ ἐξ [[ἕνδεκα]] συλλαβῶν συνιστάμενος, τὸ Σαπφικὸν καλούμενον ἑνδεκασύλλαβον Ἡφαιστίων 14. 2. | |lstext='''ἑνδεκασύλλαβος''': -ον, ὁ ἐξ [[ἕνδεκα]] συλλαβῶν συνιστάμενος, τὸ Σαπφικὸν καλούμενον ἑνδεκασύλλαβον Ἡφαιστίων 14. 2. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἑνδεκασύλλαβον]]) <b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από [[ένδεκα]] συλλαβές («[[ενδεκασύλλαβος]] [[στίχος]]»)<br /><b>2.</b> (το αρσ. ως. ουσ.) ο [[ενδεκασύλλαβος]]<br />ο [[ενδεκασύλλαβος]] [[στίχος]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἑνδεκασύλλαβον</i><br />ο [[ενδεκασύλλαβος]] [[στίχος]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:58, 25 August 2023
English (LSJ)
ἑνδεκασύλλαβον, eleven-syllabled, ἑνδεκασύλλαβον = hendecasyllabum; ἑνδεκασύλλαβον Πινδαρικόν (sc. μέτρον) = Pindaric eleven-syllable Heph.14.2.
Spanish (DGE)
-ον
métr. endecasílabo del metro de once sílabas, del alcaico, Heph.14.3, del sáfico, Heph.14.1, del pindárico, Heph.14.2, del falecio, Cat.12.10, 42.1.
German (Pape)
[Seite 832] clssylbig, Hephaest.
Greek (Liddell-Scott)
ἑνδεκασύλλαβος: -ον, ὁ ἐξ ἕνδεκα συλλαβῶν συνιστάμενος, τὸ Σαπφικὸν καλούμενον ἑνδεκασύλλαβον Ἡφαιστίων 14. 2.
Greek Monolingual
-η, -ο (AM ἑνδεκασύλλαβον) νεοελλ.
1. αυτός που αποτελείται από ένδεκα συλλαβές («ενδεκασύλλαβος στίχος»)
2. (το αρσ. ως. ουσ.) ο ενδεκασύλλαβος
ο ενδεκασύλλαβος στίχος
αρχ.-μσν.
το ουδ. ως ουσ. τὸ ἑνδεκασύλλαβον
ο ενδεκασύλλαβος στίχος.