ἀλληλοτυπία: Difference between revisions
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
(4000) |
m (elru replacement) |
||
(15 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=allilotypia | |Transliteration C=allilotypia | ||
|Beta Code=a)llhlotupi/a | |Beta Code=a)llhlotupi/a | ||
|Definition=ἡ, < | |Definition=ἡ, [[mutual impact]], of atoms, ''[[Placita Philosophorum|Placit.]]''1.12.6: pl., Ph.2.489. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[choque mutuo]], [[colisión]] de los átomos, en las teorías de Demócrito y Epicuro (πολλοὶ κόσμοι) ὧν τὴν μὲν γένεσιν ἀλληλοτυπίαις καὶ ἐπιπλοκαῖς ἀνατιθέασι Ph.2.489, cf. <i>Placit</i>.1.12.6. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0103.png Seite 103]] ἡ, das Aneinanderschlagen, Democrit. bei Stob. ecl. I p. 348. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀλληλοτῠπία:''' ἡ (взаимное) столкновение Democr. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀλληλοτῠπία''': ἡ, τὸ ἀμοιβαίως πλήττεσθαι ἢ τραυματίζεσθαι, Δημόκριτ. παρὰ Στοβ. Ἐκλ. 1. 348. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀλληλοτυπία]], η (Α)<br />αμοιβαίο [[κτύπημα]], αμοιβαία [[πρόσκρουση]] ή [[συμπίεση]] (πρόκειται για τα άτομα του Δημοκρίτου).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀλληλότυπος</i> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀλληλο</i>- <span style="color: red;">+</span> [[τύπος]] <span style="color: red;"><</span> [[τύπτω]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 22:08, 21 March 2024
English (LSJ)
ἡ, mutual impact, of atoms, Placit.1.12.6: pl., Ph.2.489.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
choque mutuo, colisión de los átomos, en las teorías de Demócrito y Epicuro (πολλοὶ κόσμοι) ὧν τὴν μὲν γένεσιν ἀλληλοτυπίαις καὶ ἐπιπλοκαῖς ἀνατιθέασι Ph.2.489, cf. Placit.1.12.6.
German (Pape)
[Seite 103] ἡ, das Aneinanderschlagen, Democrit. bei Stob. ecl. I p. 348.
Russian (Dvoretsky)
ἀλληλοτῠπία: ἡ (взаимное) столкновение Democr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλληλοτῠπία: ἡ, τὸ ἀμοιβαίως πλήττεσθαι ἢ τραυματίζεσθαι, Δημόκριτ. παρὰ Στοβ. Ἐκλ. 1. 348.
Greek Monolingual
ἀλληλοτυπία, η (Α)
αμοιβαίο κτύπημα, αμοιβαία πρόσκρουση ή συμπίεση (πρόκειται για τα άτομα του Δημοκρίτου).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλληλότυπος < ἀλληλο- + τύπος < τύπτω.