κατασπασμικός: Difference between revisions
From LSJ
Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!
(7) |
mNo edit summary |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kataspasmikos | |Transliteration C=kataspasmikos | ||
|Beta Code=kataspasmiko/s | |Beta Code=kataspasmiko/s | ||
|Definition= | |Definition=κατασπασμική, κατασπασμικόν, of a drug, [[curing depression]] ([[κατασπασμός]]), ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]'' 1088.68 (i A.D.). | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κατασπασμικός]], -ή, -όν (Α) [[κατασπασμός]]<br />(για φάρμακα) αυτός που συντελεί στη [[θεραπεία]] κατασπασμών. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 17:42, 18 January 2024
English (LSJ)
κατασπασμική, κατασπασμικόν, of a drug, curing depression (κατασπασμός), POxy. 1088.68 (i A.D.).
Greek Monolingual
κατασπασμικός, -ή, -όν (Α) κατασπασμός
(για φάρμακα) αυτός που συντελεί στη θεραπεία κατασπασμών.