κυανανθής: Difference between revisions
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
(7) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(11 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kyananthis | |Transliteration C=kyananthis | ||
|Beta Code=kuananqh/s | |Beta Code=kuananqh/s | ||
|Definition=ές, <span | |Definition=κυανανθές, [[of dark hue]], of the sea, B.12.124. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''κυανανθής''': -ές, κυανόχρους, κυανανθέϊ... πόντῳ Βακχυλ. 12. 124 (ἔκδ. Blass.). | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κυανανθής]], -ές (Α)<br />(για τη [[θάλασσα]]) κυανόχρωμος, αυτός που έχει κυανό, βαθύ γαλάζιο [[χρώμα]] («κυανανθέϊ... πόντῳ», Βακχ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> [[κύανος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ανθής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἄνθος]]), [[πρβλ]]. [[λευκανθής]], [[μελανθής]]]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κυανανθής -ές [[[κύανος]], [[ἄνθος]]] [[met donkerblauwe glans]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:20, 25 August 2023
English (LSJ)
κυανανθές, of dark hue, of the sea, B.12.124.
Greek (Liddell-Scott)
κυανανθής: -ές, κυανόχρους, κυανανθέϊ... πόντῳ Βακχυλ. 12. 124 (ἔκδ. Blass.).
Greek Monolingual
κυανανθής, -ές (Α)
(για τη θάλασσα) κυανόχρωμος, αυτός που έχει κυανό, βαθύ γαλάζιο χρώμα («κυανανθέϊ... πόντῳ», Βακχ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. κύανος + -ανθής (< ἄνθος), πρβλ. λευκανθής, μελανθής].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κυανανθής -ές [κύανος, ἄνθος] met donkerblauwe glans.