ποταινί: Difference between revisions

From LSJ

ἔγνω δὲ φώρ τε φῶρα καὶ λύκος λύκον → the thief knows the thief and the wolf knows the wolf, and thief knows thief and wolf his fellow wolf, set a thief to catch a thief

Source
(10)
 
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=potaini
|Transliteration C=potaini
|Beta Code=potaini/
|Beta Code=potaini/
|Definition=Adv. <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">recently</b> (glossed <b class="b3">προσφάτως</b>), Zonar.</span>
|Definition=Adv. [[recently]] (glossed [[προσφάτως]]), Zonar.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0688.png Seite 688]] adv., so eben, Zon., zw.
}}
{{grml
|mltxt=και [[προταινί]] και βοιωτ. τ. [[προτηνί]] <b>επίρρ.</b> Α<br />πρόσφατα, προ ολίγου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. <i>προ</i>-<i>ται</i>-<i>νί</i> (<i>ἡμέραι</i>) έχει σχηματιστεί από την [[πρόθεση]] <i>πρό</i>, το θηλ. [[άρθρο]] <i>ταί</i> ([[επικός]] και ιων. τ. του αἱ) και το [[μόριο]] -νι (<b>βλ. λ.</b> -<i>νε</i>), ενώ οι τ. [[ποταινί]] / [[ποταίνιος]] <span style="color: red;"><</span> <i>ποτι</i>-<i>ται</i>-<i>νί</i> με συλλαβική [[ανομοίωση]]].
}}
}}

Latest revision as of 16:00, 23 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ποταινί Medium diacritics: ποταινί Low diacritics: ποταινί Capitals: ΠΟΤΑΙΝΙ
Transliteration A: potainí Transliteration B: potaini Transliteration C: potaini Beta Code: potaini/

English (LSJ)

Adv. recently (glossed προσφάτως), Zonar.

German (Pape)

[Seite 688] adv., so eben, Zon., zw.

Greek Monolingual

και προταινί και βοιωτ. τ. προτηνί επίρρ. Α
πρόσφατα, προ ολίγου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. προ-ται-νί (ἡμέραι) έχει σχηματιστεί από την πρόθεση πρό, το θηλ. άρθρο ταί (επικός και ιων. τ. του αἱ) και το μόριο -νι (βλ. λ. -νε), ενώ οι τ. ποταινί / ποταίνιος < ποτι-ται-νί με συλλαβική ανομοίωση].