αιμοβορία: Difference between revisions

From LSJ

τῶν ἁλῶν συγκατεδηδοκέναι μέδιμνον → have eaten a bushel of salt together

Source
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και μοβορία, η<br />το να [[είναι]] [[κανείς]] [[αιμοβόρος]], [[θηριωδία]], [[σκληρότητα]], [[απανθρωπιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αιμοβόρος]]<br />η λ. πλάστηκε από τον ιστορικό Αμβρόσιο Φραντζή].
|mltxt=και μοβορία, η<br />το να [[είναι]] [[κανείς]] [[αιμοβόρος]], [[θηριωδία]], [[σκληρότητα]], [[απανθρωπιά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αιμοβόρος]]<br />η λ. πλάστηκε από τον ιστορικό Αμβρόσιο Φραντζή].
}}
}}

Latest revision as of 22:40, 29 December 2020

Greek Monolingual

και μοβορία, η
το να είναι κανείς αιμοβόρος, θηριωδία, σκληρότητα, απανθρωπιά.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αιμοβόρος
η λ. πλάστηκε από τον ιστορικό Αμβρόσιο Φραντζή].