ψευδοχρυσόλιθος: Difference between revisions

From LSJ

ἄμπελον κόπτοντες τὴν περὶ τὸ ἱερὸν ἐσέβαλλον καὶ λίθους — → cutting down the vines 'round the sanctuary, they threw in rocks as well

Source
(47c)
(4b)
Line 7: Line 7:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />[[χρυσόλιθος]] που δεν [[είναι]] [[γνήσιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ψευδ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[χρυσόλιθος]].
|mltxt=ὁ, Α<br />[[χρυσόλιθος]] που δεν [[είναι]] [[γνήσιος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ψευδ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[χρυσόλιθος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ψευδοχρῡσόλῐθος:''' ὁ лжехрисолит Diod.
}}
}}

Revision as of 07:36, 31 December 2018

German (Pape)

[Seite 1395] ὁ, falscher, unächter Chrysolith, D. Sic. 2, 52.

Greek (Liddell-Scott)

ψευδοχρῡσόλῐθος: ὁ, ψευδὴς χρυστόλιθος, Διόδ. 2. 52· πρβλ. Saluas Solin. 769C.

Greek Monolingual

ὁ, Α
χρυσόλιθος που δεν είναι γνήσιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + χρυσόλιθος.

Russian (Dvoretsky)

ψευδοχρῡσόλῐθος: ὁ лжехрисолит Diod.