ιππόκομος: Difference between revisions

From LSJ

Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz

Menander, Monostichoi, 526
(18)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἱππόκομος]], -ον (Α)<br />(για [[περικεφαλαία]]) η στολισμένη με [[κόμη]] ίππου, με [[τρίχες]] από [[ουρά]] αλόγου («[[ἱππόκομος]] [[κόρυς]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱππ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>κόμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κόμη]] «[[μαλλί]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αβρό</i>-<i>κομος</i>, <i>χρυσό</i>-<i>κομος</i>].
|mltxt=[[ἱππόκομος]], -ον (Α)<br />(για [[περικεφαλαία]]) η στολισμένη με [[κόμη]] ίππου, με [[τρίχες]] από [[ουρά]] αλόγου («[[ἱππόκομος]] [[κόρυς]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱππ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>κόμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κόμη]] «[[μαλλί]]»), [[πρβλ]]. <i>αβρό</i>-<i>κομος</i>, <i>χρυσό</i>-<i>κομος</i>].
}}
}}

Revision as of 10:05, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἱππόκομος, -ον (Α)
(για περικεφαλαία) η στολισμένη με κόμη ίππου, με τρίχες από ουρά αλόγου («ἱππόκομος κόρυς», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)- + -κόμος (< κόμη «μαλλί»), πρβλ. αβρό-κομος, χρυσό-κομος].