διεγγύημα: Difference between revisions
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
(9) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=dieggyima | |Transliteration C=dieggyima | ||
|Beta Code=dieggu/hma | |Beta Code=dieggu/hma | ||
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[pledge]], [[security]], PTeb.5.12 (ii B. C.), <span class="bibl"><span class="title">BGU</span> 112.12</span> (i A. D.), etc.</span> | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Revision as of 18:30, 29 June 2020
English (LSJ)
ατος, τό,
A pledge, security, PTeb.5.12 (ii B. C.), BGU 112.12 (i A. D.), etc.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
garantía, fianza en préstamos y otras transacciones τὸ μὲν γὰρ δ. διὰ τῶν λόγων ἀνενήνοχας PLugd.Bat.20.49.29 (III a.C.), πλὴν τῶν μεμισθωμένων εἰς τὸ πατρικὸν [καὶ] ὧν δ. ὑπάρχει COrd.Ptol.53.12 (II a.C.), ληφθέντων τῶν καθηκόντων διεγγυημάτων ταύτης τε καὶ τῶν ἄλλων ὠνῶν UPZ 225.28 (II a.C.), cf. 114.1.16 (II a.C.), καθιστᾶν τὰ καθήκοντα διεγγυήματα PTeb.728.4 (II a.C.), προσδέχεσθαι ... οἰκίαν ἐν διεγγυήματι PTeb.776.35 (II a.C.), τὰ ὑπάρχοντά μοι ὄντα καθαρὰ ἀπό τε ὀφειλῆς καί ὑποθήκης καὶ παντὸς διεγγυήματος BGU 112.12 (I d.C.), cf. BGU 2098.13, 2100.28 (ambos I d.C.), PBon.24b.17 (II d.C.).
Greek Monolingual
διεγγύημα, το (Α) διεγγυώ
1. αυτός που δόθηκε ως εγγύηση
2. ενέχυρο, υποθήκη·