ἐγερσιμάχας: Difference between revisions

From LSJ

Ἴσος ἴσθι πᾶσι, κἂν ὑπερέχῃς τῷ βίῳ → Quamvis superior sorte, da te aequum omnibus → Sei allen gleich, auch wenn du reicher bist

Menander, Monostichoi, 257
(10)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐγερσιμάχας]], ο (Α)<br />αυτός που παροτρύνει ή εμψυχώνει στη [[μάχη]].
|mltxt=[[ἐγερσιμάχας]], ο (Α)<br />αυτός που παροτρύνει ή εμψυχώνει στη [[μάχη]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐγερσῐμάχας:''' -ου, ὁ, θηλ. -[[μάχη]], αυτός που προκαλεί [[μάχη]], σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 22:24, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐγερσῐμάχας Medium diacritics: ἐγερσιμάχας Low diacritics: εγερσιμάχας Capitals: ΕΓΕΡΣΙΜΑΧΑΣ
Transliteration A: egersimáchas Transliteration B: egersimachas Transliteration C: egersimachas Beta Code: e)gersima/xas

English (LSJ)

[μᾰ], ου, ὁ,

   A battle-stirring, AP7.424 (Antip. Sid.):—fem. ἐγερσῐ-χη, ib.6.122 (Nicias).

German (Pape)

[Seite 703] θοῦρος, der Kampferreger, Ant. Sid. 87 (VII, 424).

Greek (Liddell-Scott)

ἐγερσῐμάχας: -ου, ὁ, ὁ τὴν μάχην διεγείρων, Ἀνθ. Π. 7./424· θηλ. -χη 6.122.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
qui excite les combats.
Étymologie: ἐγείρω, μάχη.

Spanish (DGE)

(ἐγερσῐμάχας) -ου

• Prosodia: [-μᾰ-]
que anima el combate οἰωνὸς ... ἐ. del gallo de pelea AP 7.424 (Antip.Sid.), cf. Hsch.s.u. ἐγρεμάχας.

Greek Monolingual

ἐγερσιμάχας, ο (Α)
αυτός που παροτρύνει ή εμψυχώνει στη μάχη.

Greek Monotonic

ἐγερσῐμάχας: -ου, ὁ, θηλ. -μάχη, αυτός που προκαλεί μάχη, σε Ανθ.