ἐσσία: Difference between revisions
From LSJ
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself
(14) |
(2) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το<br /><b>(ξυλουρ.)</b> εμπορική [[ονομασία]] τεχνικού ξύλου αφρικανικής προέλευσης. | |mltxt=το<br /><b>(ξυλουρ.)</b> εμπορική [[ονομασία]] τεχνικού ξύλου αφρικανικής προέλευσης. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐσσία:''' = [[ἐσία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:52, 31 December 2018
English (LSJ)
ἡ, Pythag.Dor.for οὐσία, Pl.Cra.401c. ἔσσιμος,
A v. ἔνσιμος.
German (Pape)
[Seite 1043] ἡ, s. ἐσία.
Greek (Liddell-Scott)
ἐσσία: ἡ, Πυθαγ. Δωρ. ἀντὶ οὐσία, Φιλόλαος σ. 139, 141 Böckb ἐν Πλάτ. Κρατ. 402C· ὅτι δὲ ὁ τύπος οὖτος καὶ οὐχὶ τὸ ἐσία ἦτο ὁ ἀληθὴς τύπος φαίνεται ἐκ τοῦ Δωρ. β΄ ἑνικ. ἐσσὶ καὶ τῆς θηλ. μετοχ. ἔσσα κτλ., Ahrens D. Dor. σ. 324.
Greek Monolingual
ἐσσία, ἡ (Α)
δωρ. τ. του ουσία.
Greek Monolingual
το
(ξυλουρ.) εμπορική ονομασία τεχνικού ξύλου αφρικανικής προέλευσης.
Russian (Dvoretsky)
ἐσσία: = ἐσία.