καταισχυντήρ: Difference between revisions

5
(19)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καταισχυντήρ]], ὁ (Α) [[καταισχύνω]]<br />αυτός που βρίζει, που ατιμάζει.
|mltxt=[[καταισχυντήρ]], ὁ (Α) [[καταισχύνω]]<br />αυτός που βρίζει, που ατιμάζει.
}}
{{lsm
|lsmtext='''καταισχυντήρ:''' -ῆρος, ὁ, αυτός που ατιμάζει, σε Αισχύλ.
}}
}}