κλειτύς: Difference between revisions
From LSJ
ἡ ὑπόστασίς μου ὡσεὶ οὐθὲν ἐνώπιόν σου → my life is as nothing in respect to you, my life is nothing in thy reckoning
(20) |
(nl) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (Α [[κλειτύς]] και [[κλιτύς]], -ύος)<br />κατηφορική [[πλαγιά]] όρους ή λόφου, [[βουνοπλαγιά]], [[κατωφέρεια]] («πολλὰς δὲ κλιτῡς τότ' ἀποτμήγουσι χαράδραι», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κλίνω]]. Η λ. εμφανίζει την απαθή [[βαθμίδα]] <i>κλει</i>- της ρίζας]. | |mltxt=η (Α [[κλειτύς]] και [[κλιτύς]], -ύος)<br />κατηφορική [[πλαγιά]] όρους ή λόφου, [[βουνοπλαγιά]], [[κατωφέρεια]] («πολλὰς δὲ κλιτῡς τότ' ἀποτμήγουσι χαράδραι», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κλίνω]]. Η λ. εμφανίζει την απαθή [[βαθμίδα]] <i>κλει</i>- της ρίζας]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κλειτύς zie κλιτύς. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:20, 1 January 2019
English (LSJ)
ύος, ἡ, acc. pl.
A κλειτῦς Il.16.390: (κλίνω):—slope, hillside, Il.l.c., Od.5.470; Παρνησίαν ὑπὲρ κλειτύν S.Ant.1145 (lyr.), cf. Limen.2; Τιρυνθίαν πρὸς κ. S.Tr.271, etc.; τὰ ἐγ Κλειτύϊ (placename) IG12(5).1076.38 (Ceos, iv/iii B.C.). [ῡ in acc. κλειτύν Od. l.c., elsewh. ῠ S.Tr.l.c., etc.: freq. written κλι- in codd., but κλει- in IG and Limen.Il.cc., cf. Hdn.Gr.2.416.]
Greek Monolingual
η (Α κλειτύς και κλιτύς, -ύος)
κατηφορική πλαγιά όρους ή λόφου, βουνοπλαγιά, κατωφέρεια («πολλὰς δὲ κλιτῡς τότ' ἀποτμήγουσι χαράδραι», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλίνω. Η λ. εμφανίζει την απαθή βαθμίδα κλει- της ρίζας].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κλειτύς zie κλιτύς.