Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

οιστροδίνητος: Difference between revisions

From LSJ
Sophocles, Antigone, 781
(28)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4, $7$9]")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[οἰστροδίνητος]], -ον (Α)<br />(<b>ποιητ. τ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτός που στριφογυρίζει με [[μανία]] εξαιτίας τσιμπήματος από οίστρο<br /><b>2.</b> αυτός που έχει κυριευθεί από σφοδρό [[πάθος]] («πῶς δι' οὐ [[κλύω]] τῆς οἰστροδινήτου κόρης», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[οἶστρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δίνητος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>δινῶ</i> <span style="color: red;"><</span> [[δίνη]]), <b>πρβλ.</b> <i>ιππο</i>-<i>δίνητος</i>, <i>σφονδυλο</i>-<i>δίνητος</i>].
|mltxt=[[οἰστροδίνητος]], -ον (Α)<br />(<b>ποιητ. τ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτός που στριφογυρίζει με [[μανία]] εξαιτίας τσιμπήματος από οίστρο<br /><b>2.</b> αυτός που έχει κυριευθεί από σφοδρό [[πάθος]] («πῶς δι' οὐ [[κλύω]] τῆς οἰστροδινήτου κόρης», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[οἶστρος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δίνητος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>δινῶ</i> <span style="color: red;"><</span> [[δίνη]]), [[πρβλ]]. [[ιπποδίνητος]], [[σφονδυλοδίνητος]]].
}}
}}

Latest revision as of 16:45, 9 May 2023

Greek Monolingual

οἰστροδίνητος, -ον (Α)
(ποιητ. τ.)
1. αυτός που στριφογυρίζει με μανία εξαιτίας τσιμπήματος από οίστρο
2. αυτός που έχει κυριευθεί από σφοδρό πάθος («πῶς δι' οὐ κλύω τῆς οἰστροδινήτου κόρης», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶστρος + -δίνητος (< δινῶ < δίνη), πρβλ. ιπποδίνητος, σφονδυλοδίνητος].