σαρκοχίτων: Difference between revisions
From LSJ
ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)
(36) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ονος, ὁ, Μ<br />(ως [[προσωνυμία]] του Άρεως) αυτός που δίνει την [[εντύπωση]] ότι φορεί χιτώνα από σάρκες, που περιβάλλεται από σάρκες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σάρξ]], <i>σαρκός</i> <span style="color: red;">+</span> [[χιτών]] ( | |mltxt=-ονος, ὁ, Μ<br />(ως [[προσωνυμία]] του Άρεως) αυτός που δίνει την [[εντύπωση]] ότι φορεί χιτώνα από σάρκες, που περιβάλλεται από σάρκες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σάρξ]], <i>σαρκός</i> <span style="color: red;">+</span> [[χιτών]] ([[πρβλ]]. [[αστροχίτων]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 16:10, 11 May 2023
Greek Monolingual
-ονος, ὁ, Μ
(ως προσωνυμία του Άρεως) αυτός που δίνει την εντύπωση ότι φορεί χιτώνα από σάρκες, που περιβάλλεται από σάρκες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάρξ, σαρκός + χιτών (πρβλ. αστροχίτων)].