φιλόγαιος: Difference between revisions

From LSJ

Αὐρήλιοι... πατρὶ... καὶ μητρὶ... μνήμης χάριν → The Aurelii, in memory of their father and mother (inscription from Aizonai, Phrygia)

Source
(45)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που αγαπά τη γη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>γαιος</i> (για τη [[μορφή]] του β' συνθετικού <b>βλ. λ.</b> <i>γη</i>), <b>πρβλ.</b> <i>βαθύ</i>-<i>γαιος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που αγαπά τη γη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>γαιος</i> (για τη [[μορφή]] του β' συνθετικού <b>βλ. λ.</b> <i>γη</i>), <b>πρβλ.</b> <i>βαθύ</i>-<i>γαιος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''φῐλόγαιος:''' -ον ([[γαῖα]]), αυτός που αγαπά τη γη, σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 02:28, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῐλόγαιος Medium diacritics: φιλόγαιος Low diacritics: φιλόγαιος Capitals: ΦΙΛΟΓΑΙΟΣ
Transliteration A: philógaios Transliteration B: philogaios Transliteration C: filogaios Beta Code: filo/gaios

English (LSJ)

ον,

   A loving the earth, ὕνις AP6.104 (Phil.).

German (Pape)

[Seite 1278] die Erde liebend, ὕνις Philp. 14 (VI, 104).

Greek (Liddell-Scott)

φῐλόγαιος: -ον, ὁ φιλῶν τὴν γῆν, ὕνις φιλόγαιος Ἀνθ. Παλατ. 6. 104.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
ami de la terre.
Étymologie: φίλος, γαῖα.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που αγαπά τη γη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + -γαιος (για τη μορφή του β' συνθετικού βλ. λ. γη), πρβλ. βαθύ-γαιος].

Greek Monotonic

φῐλόγαιος: -ον (γαῖα), αυτός που αγαπά τη γη, σε Ανθ.