φάλλη: Difference between revisions

From LSJ

διάνοια, ἐὰν ἐρευνᾷς τοὺς ἱεροφαντηθέντας λόγους μὲν θεοῦ, νόμους δὲ ἀνθρώπων θεοφιλῶν, οὐδὲν ταπεινὸν οὐδ᾽ ἀνάξιον τοῦ μεγέθους αὐτῶν ἀναγκασθήσῃ παραδέχεσθαι → if, O my understanding, thou searchest on this wise into the oracles which are both words of God and laws given by men whom God loves, thou shalt not be compelled to admit anything base or unworthy of their dignity

Source
(44)
m (Text replacement - "———————— " to "<br />")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />ἡ, Α<br />[[φάλαινα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. της λ. [[φάλλαινα]] (Ι) (για ετυμολ. <b>βλ. λ.</b> [[φάλαινα]])].———————— <b>(II)</b><br />και [[φάλη]], ἡ, Α<br />[[φάλλαινα]] (II).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. της λ. [[φάλλαινα]] (ΙΙ) (για ετυμολ. <b>βλ. λ.</b> [[φάλλαινα]] [ΙΙ])].
|mltxt=<b>(I)</b><br />ἡ, Α<br />[[φάλαινα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. της λ. [[φάλλαινα]] (Ι) (για ετυμολ. <b>βλ. λ.</b> [[φάλαινα]])].<br /><b>(II)</b><br />και [[φάλη]], ἡ, Α<br />[[φάλλαινα]] (II).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. της λ. [[φάλλαινα]] (ΙΙ) (για ετυμολ. <b>βλ. λ.</b> [[φάλλαινα]] [ΙΙ])].
}}
}}

Revision as of 12:12, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φάλλη Medium diacritics: φάλλη Low diacritics: φάλλη Capitals: ΦΑΛΛΗ
Transliteration A: phállē Transliteration B: phallē Transliteration C: falli Beta Code: fa/llh

English (LSJ)

ἡ, = foreg. 1, Lyc.84,394.    II = foreg. 11, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

φάλλη: ἡ, = τῷ προηγ. Ι, Λυκόφρ. 84, 394. ΙΙ. = τῷ προηγ. ΙΙ˙ «φάλη˙ ἡ πετομένη ψυχὴ» Ἡσύχ.

French (Bailly abrégé)

c. φάλη.

Greek Monolingual

(I)
ἡ, Α
φάλαινα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. της λ. φάλλαινα (Ι) (για ετυμολ. βλ. λ. φάλαινα)].
(II)
και φάλη, ἡ, Α
φάλλαινα (II).
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. της λ. φάλλαινα (ΙΙ) (για ετυμολ. βλ. λ. φάλλαινα [ΙΙ])].