τροχιός: Difference between revisions

From LSJ

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
(42)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ά, -όν, Α [[τροχός]] ή [[τρόχος]]]<br />[[στρογγυλός]] σαν τη [[ρόδα]].
|mltxt=-ά, -όν, Α [[τροχός]] ή [[τρόχος]]]<br />[[στρογγυλός]] σαν τη [[ρόδα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τροχιός:''' -ά, -όν, = [[τροχόεις]], [[στρογγυλός]], σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 02:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τροχιός Medium diacritics: τροχιός Low diacritics: τροχιός Capitals: ΤΡΟΧΙΟΣ
Transliteration A: trochiós Transliteration B: trochios Transliteration C: trochios Beta Code: troxio/s

English (LSJ)

ά, όν,

   A = τροχόεις, round, φθοΐς AP6.258 (Adaeus).

Greek (Liddell-Scott)

τροχιός: -ά, -όν, = τροχόεις, στρογγύλος, τροχιὰν ἐν κανέω φθοΐδα Ἀνθ. Π. 6. 258.

French (Bailly abrégé)

ά, όν :
arrondi.
Étymologie: τροχός.

Greek Monolingual

-ά, -όν, Α τροχός ή τρόχος]
στρογγυλός σαν τη ρόδα.

Greek Monotonic

τροχιός: -ά, -όν, = τροχόεις, στρογγυλός, σε Ανθ.