Ὄασις: Difference between revisions
Τῶν εὐτυχούντων πάντες εἰσὶ συγγενεῖς → Felicium se quisque cognatum vocat → Ein jeder wähnt sich mit den Glücklichen verwandt
(5) |
(3b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Ὄασις:''' -εως, ἡ, [[ονομασία]] εύφορων τόπων στη Λιβυκή έρημο, σε Ηρόδ. (όνομα πιθ. Αιγυπτιακό). | |lsmtext='''Ὄασις:''' -εως, ἡ, [[ονομασία]] εύφορων τόπων στη Λιβυκή έρημο, σε Ηρόδ. (όνομα πιθ. Αιγυπτιακό). | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Ὄασις:''' εως ἡ Оасис (город в Большом Оазисе - Египет) Her. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:04, 31 December 2018
English (LSJ)
εως, ἡ, name of cities in the Libyan desert, Hdt.3.26, Olymp.Hist.p.464 D. ; cf. Αὔασις :—hence Ὀασῖται, οἱ, Ptol.Geog. 4.5.25 : Adj. Ὀασιτικός, ή, όν, PSI4.433.6 (iii B. C.).
Greek (Liddell-Scott)
Ὄασις: -εως, ἡ, τόπος εὔφορος καὶ κατῳκημένος ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς Λιβύης, ἀποτελῶν οὕτως εἰπεῖν χλοερὰν νῆσον ἐν μέσῳ τῆς ξηρᾶς καὶ ἀμμώδους ἐρήμου, Ἡρόδ. 3. 26, ἔνθα ἴδε Bähr. (Τὸ ὄνομα εἶναι πιθανῶς Ἀραβικὸν (vah)· ὁ τύπος Αὔασις, ἀπαντᾷ παρὰ Στράβ. 130, ὅπερ ἴσως εἶναι ἁπλῶς ἀπόπειρα πρὸς Ἑλληνικὴν ἐτυμολογίαν τῆς λέξεως οἱονεὶ ἐκ τοῦ αὔω, αὐαίνω).
Greek Monotonic
Ὄασις: -εως, ἡ, ονομασία εύφορων τόπων στη Λιβυκή έρημο, σε Ηρόδ. (όνομα πιθ. Αιγυπτιακό).
Russian (Dvoretsky)
Ὄασις: εως ἡ Оасис (город в Большом Оазисе - Египет) Her.