περιπλόμενος: Difference between revisions
From LSJ
Τῶν εὐτυχούντων πάντες ἄνθρωποι φίλοι → Homines amici sunt omnes felicibus → Nur derer, die im Glück sind, Freund ist jeder Mensch
(5) |
(nl) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''περιπλόμενος:''' συγκοπτ. μτχ. του [[περιπέλομαι]]. | |lsmtext='''περιπλόμενος:''' συγκοπτ. μτχ. του [[περιπέλομαι]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=περιπλόμενος ptc. aor. med. van περιπέλομαι. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:52, 31 December 2018
English (LSJ)
A v. περιπέλομαι.
Greek (Liddell-Scott)
περιπλόμενος: ἴδε περιπέλομαι.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
part. ao.2 sync. de περιπέλομαι.
English (Autenrieth)
see περιπέλομαι.
Greek Monotonic
περιπλόμενος: συγκοπτ. μτχ. του περιπέλομαι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περιπλόμενος ptc. aor. med. van περιπέλομαι.