δεράς: Difference between revisions
From LSJ
ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat
(3) |
(1b) |
||
Line 13: | Line 13: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δεράς:''' -[[άδος]], ἡ, =[[δειράς]], σε Σοφ. | |lsmtext='''δεράς:''' -[[άδος]], ἡ, =[[δειράς]], σε Σοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δεράς:''' άδος ἡ Soph., Eur. = [[δειράς]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:16, 31 December 2018
German (Pape)
[Seite 548] άδος, ἡ, = δειράς, nach Herm. Conj., Soph. Phil. 49 1; Eur. I. T. 1240.
Greek (Liddell-Scott)
δεράς: -άδος, ἡ, = δειράς, ἐκ διορθώσεως τοῦ Toup ἐν Σοφ. Φ. 491.
French (Bailly abrégé)
άδος (ἡ) :
c. δειράς.
Greek Monolingual
δεράς (-άδος), η (Α)
η δειράς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Εσφαλμένος τύπος αντί του δειράς].
Greek Monotonic
δεράς: -άδος, ἡ, =δειράς, σε Σοφ.
Russian (Dvoretsky)
δεράς: άδος ἡ Soph., Eur. = δειράς.