ἐπέλασις: Difference between revisions

From LSJ

τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)

Source
(4)
(2)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπέλᾰσις:''' -εως, ἡ, [[επίθεση]], [[έφοδος]], [[επιδρομή]], λέγεται για το ιππικό, σε Πλούτ.
|lsmtext='''ἐπέλᾰσις:''' -εως, ἡ, [[επίθεση]], [[έφοδος]], [[επιδρομή]], λέγεται για το ιππικό, σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπέλᾰσις:''' εως ἡ набег, натиск, атака Plut., Luc.
}}
}}

Revision as of 20:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπέλᾰσις Medium diacritics: ἐπέλασις Low diacritics: επέλασις Capitals: ΕΠΕΛΑΣΙΣ
Transliteration A: epélasis Transliteration B: epelasis Transliteration C: epelasis Beta Code: e)pe/lasis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A charge, of cavalry, Arr.Tact.16.10 (pl.), al.; ποιεῖσθαι τὰς ἐ. Plu.Tim.27, cf. Jul.Or.2.60b, Agath.1.14, al.; of elephants, Luc. Hist.Conscr.31.

German (Pape)

[Seite 914] ἡ, das Anrücken gegen den Feind, der Angriff; der Reiterei, Plut. Timol. 27 u. öfter; der Elephanten, Luc. conscr. hist. 31; allgemein, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπέλᾰσις: -εως, ἡ, ἔφοδος ἱππικοῦ, Πλουτ. Τιμολ. 27· ἐλεφάντων, Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 31: - ὡσαύτως ἐπελᾰσία, ἡ, Διοδ. Ἀποσπ. 533. 46.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
charge de cavalerie ou d’éléphants.
Étymologie: ἐπελαύνω.

Greek Monotonic

ἐπέλᾰσις: -εως, ἡ, επίθεση, έφοδος, επιδρομή, λέγεται για το ιππικό, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

ἐπέλᾰσις: εως ἡ набег, натиск, атака Plut., Luc.