ἁδύς: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ γυναικὸς πώποτ' οὐδὲν διαφέρει → Nihil propemodum mulier distat mulieri → Zwischen erster Frau und zweiter ist kein Unterschied

Menander, Monostichoi, 109
(1)
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=ἁδύς
|Medium diacritics=ἁδύς
|Low diacritics=αδύς
|Capitals=ΑΔΥΣ
|Transliteration A=hadýs
|Transliteration B=hadys
|Transliteration C=adys
|Beta Code=a(du/s
|Definition=Doric for [[ἡδύς]].
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἁδύς''': Δωρ. ἀντὶ τοῦ [[ἡδύς]].
|lstext='''ἁδύς''': Δωρ. ἀντὶ τοῦ [[ἡδύς]].
Line 6: Line 17:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>ᾱδύς</b> (ἁδεῖα, -είας, -εῖαν; -είας, -εῖαι: ἁδύ acc.: superl. ἁδίσταν.) γλεφάρων ἁδὺ κλάιθρον (sc. [[ὕπνον]].) (P. 1.8) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[εἴπερ]] τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν (P. 1.90) ἁδείας ἐνίπτων ἐλπίδας (P. 4.201) ” ἁδείας [[τυχεῖν]] τὸ πρῶτον εὐνᾶς” (P. 9.41) ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώμασαν (ἁδείᾳ ἐν τελετᾷ Σγρ.) (N. 10.33) ἁδεῖα δ' [[ἔνδον]] μιν ἔκνιξεν [[χάρις]] (I. 6.50) [[ὅστις]] ἐὼν καλὸς εἶχεν Ἀφροδίτας εὐθρόνου μνάστειραν ἁδίσταν ὀπώραν (I. 2.5)
|sltr=<b>ᾱδύς</b> (ἁδεῖα, -είας, -εῖαν; -είας, -εῖαι: ἁδύ acc.: superl. ἁδίσταν.) γλεφάρων ἁδὺ κλάιθρον (sc. [[ὕπνον]].) (P. 1.8) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[εἴπερ]] τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν (P. 1.90) ἁδείας ἐνίπτων ἐλπίδας (P. 4.201) ” ἁδείας [[τυχεῖν]] τὸ πρῶτον εὐνᾶς” (P. 9.41) ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώμασαν (ἁδείᾳ ἐν τελετᾷ Σγρ.) (N. 10.33) ἁδεῖα δ' [[ἔνδον]] μιν ἔκνιξεν [[χάρις]] (I. 6.50) [[ὅστις]] ἐὼν καλὸς εἶχεν Ἀφροδίτας εὐθρόνου μνάστειραν ἁδίσταν ὀπώραν (I. 2.5)
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 10:37, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁδύς Medium diacritics: ἁδύς Low diacritics: αδύς Capitals: ΑΔΥΣ
Transliteration A: hadýs Transliteration B: hadys Transliteration C: adys Beta Code: a(du/s

English (LSJ)

Doric for ἡδύς.

Greek (Liddell-Scott)

ἁδύς: Δωρ. ἀντὶ τοῦ ἡδύς.

French (Bailly abrégé)

dor. c. ἡδύς.

English (Slater)

ᾱδύς (ἁδεῖα, -είας, -εῖαν; -είας, -εῖαι: ἁδύ acc.: superl. ἁδίσταν.) γλεφάρων ἁδὺ κλάιθρον (sc. ὕπνον.) (P. 1.8)
   1 εἴπερ τι φιλεῖς ἀκοὰν ἁδεῖαν αἰεὶ κλύειν (P. 1.90) ἁδείας ἐνίπτων ἐλπίδας (P. 4.201) ” ἁδείας τυχεῖν τὸ πρῶτον εὐνᾶς” (P. 9.41) ἁδεῖαί γε μὲν ἀμβολάδαν ἐν τελεταῖς δὶς Ἀθαναίων μιν ὀμφαὶ κώμασαν (ἁδείᾳ ἐν τελετᾷ Σγρ.) (N. 10.33) ἁδεῖα δ' ἔνδον μιν ἔκνιξεν χάρις (I. 6.50) ὅστις ἐὼν καλὸς εἶχεν Ἀφροδίτας εὐθρόνου μνάστειραν ἁδίσταν ὀπώραν (I. 2.5)

Greek Monotonic

ἁδύς: Δωρ. αντί ἡδύς.

Russian (Dvoretsky)

ἁδύς: дор. = ἡδύς.