σειρηφόρος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἀεὶ ταῦτα οὕτως ἔχειν ἐχάλασαν → relaxed the strictness of the doctrine of perpetual strife

Source
(4)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{elru
{{elru
|elrutext='''σειρηφόρος:''' ион. = [[σειραφόρος]] I и II.
|elrutext='''σειρηφόρος:''' ион. = [[σειραφόρος]] I и II.
}}
{{elnl
|elnltext=σειρηφόρος Ion. voor σειραφόρος.
}}
}}

Revision as of 08:37, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σειρηφόρος Medium diacritics: σειρηφόρος Low diacritics: σειρηφόρος Capitals: ΣΕΙΡΗΦΟΡΟΣ
Transliteration A: seirēphóros Transliteration B: seirēphoros Transliteration C: seiriforos Beta Code: seirhfo/ros

English (LSJ)

ον, Ion. for σειραφόρος.

German (Pape)

[Seite 868] ion. = σειραφόρος.

Greek (Liddell-Scott)

σειρηφόρος: -ον, Ἰων. ἀντί σειραφόρος.

Greek Monolingual

-ον, Α
βλ. σειραφόρος.

Greek Monotonic

σειρηφόρος: -ον , Ιων. αντί σειραφόρος.

Russian (Dvoretsky)

σειρηφόρος: ион. = σειραφόρος I и II.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σειρηφόρος Ion. voor σειραφόρος.