чваниться: Difference between revisions
From LSJ
αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων → always strive for excellence and prevail over others (Iliad 6.208, 11.784)
(8) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἐκπομπεύω]], [[ἀναφυσάω]], [[κορωνιάω]], [[ὑπερχλίω]], [[φυσιόω]], [[μεγαλίζομαι]], [[ἁβρύνω]], [[καλλωπίζω]], [[ὡραΐζομαι]], [[μεγαλαυχέω]], [[λαπίζω]], [[ἐγκαλλωπίζομαι]], [[σεμνοκομπέω]] | |rueltext=[[κομάω]], [[πλατύνω]], [[ἐκπομπεύω]], [[ἀναφυσάω]], [[κορωνιάω]], [[ὑπερχλίω]], [[φυσιόω]], [[μεγαλίζομαι]], [[ἁβρύνω]], [[καλλωπίζω]], [[ὡραΐζομαι]], [[μεγαλαυχέω]], [[λαπίζω]], [[ἐγκαλλωπίζομαι]], [[σεμνοκομπέω]], [[φυσάω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 08:06, 15 October 2019
Russian > Greek
κομάω, πλατύνω, ἐκπομπεύω, ἀναφυσάω, κορωνιάω, ὑπερχλίω, φυσιόω, μεγαλίζομαι, ἁβρύνω, καλλωπίζω, ὡραΐζομαι, μεγαλαυχέω, λαπίζω, ἐγκαλλωπίζομαι, σεμνοκομπέω, φυσάω