διαυχενίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''διαυχενίζομαι''': ἀποθ., ὑψῶ τὸν αὐχένα, γαυριῶ, se rengorger, [[Πολυδ]]. Α΄, 218, Εὐνάπ. παρὰ Σουΐδ.
|lstext='''διαυχενίζομαι''': ἀποθ., ὑψῶ τὸν αὐχένα, γαυριῶ, se rengorger, Πολυδ. Α΄, 218, Εὐνάπ. παρὰ Σουΐδ.
}}
}}
{{DGE
{{DGE

Revision as of 20:25, 7 July 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαυχενίζομαι Medium diacritics: διαυχενίζομαι Low diacritics: διαυχενίζομαι Capitals: ΔΙΑΥΧΕΝΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: diauchenízomai Transliteration B: diauchenizomai Transliteration C: diafchenizomai Beta Code: diauxeni/zomai

English (LSJ)

   A hold the neck erect, Eun.Hist.pp.263,272 D.

German (Pape)

[Seite 609] den Nacken zurückwerfen, eigtl. von Pferden, u. übertr., sich brüsten; Suid.; Poll. 1, 218.

Greek (Liddell-Scott)

διαυχενίζομαι: ἀποθ., ὑψῶ τὸν αὐχένα, γαυριῶ, se rengorger, Πολυδ. Α΄, 218, Εὐνάπ. παρὰ Σουΐδ.

Spanish (DGE)

1 intr. enderezar el cuello διηυχενίζετο πρὸς τὸν ... Λέοντα Eun.Hist.67.7
fig. aspirar a πρὸς τὸ ἀγέρωχον ... καὶ φιλοκίνδυνον Eun.Hist.78.1.
2 tr. enderezar, arreglar ἕτερα δὲ οὐ πολύ τι μείω ἀνωρθοῦτο καὶ διηυχενίζετο Eun.Hist.78.2.

Greek Monolingual

διαυχενίζομαι (Α)
1. (για άλογα) υψώνω τον αυχένα
2. (για ανθρ.) υπερηφανεύομαι, κομπάζω.