νεφεληγερής: Difference between revisions

From LSJ

κῆπος κεκλεισμένος, ἀδελφή μου νύμφη, κῆπος κεκλεισμένος, πηγὴ ἐσφραγισμένη (Song of Solomon 4:12) → A garden locked is my sister bride, a garden locked, a fountain sealed (LXX) | A garden enclosed is my sister, my spouse; a spring shut up, a fountain sealed (KJV)

Source
mNo edit summary
m (pape replacement)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νεφεληγερής]], ὁ (Α)<br />[[νεφεληγερέτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νεφέλη]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ηγερής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἀγείρω]] «[[συγκεντρώνω]]»), <b>πρβλ.</b> <i>[[ομηγερής]]</i>. Το -<i>η</i>- του τ. οφείλεται σε [[έκταση]] εν συνθέσει].
|mltxt=[[νεφεληγερής]], ὁ (Α)<br />[[νεφεληγερέτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νεφέλη]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ηγερής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἀγείρω]] «[[συγκεντρώνω]]»), <b>πρβλ.</b> <i>[[ομηγερής]]</i>. Το -<i>η</i>- του τ. οφείλεται σε [[έκταση]] εν συνθέσει].
}}
{{pape
|ptext=ές, = [[νεφεληγερέτα]], Qu.Sm. 4.80.
}}
}}

Revision as of 17:05, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεφεληγερής Medium diacritics: νεφεληγερής Low diacritics: νεφεληγερής Capitals: ΝΕΦΕΛΗΓΕΡΗΣ
Transliteration A: nephelēgerḗs Transliteration B: nephelēgerēs Transliteration C: nefeligeris Beta Code: nefelhgerh/s

English (LSJ)

έος, ὁ, cloud-gatherer, of Zeus, Q.S. 4.80. See also νεφεληγερέτα, νεφεληγερέτης.

Greek (Liddell-Scott)

νεφεληγερής: έος, ὁ, = νεφεληγερέτα, Κόϊντ. Σμ. 4. 80.

Greek Monolingual

νεφεληγερής, ὁ (Α)
νεφεληγερέτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεφέλη + -ηγερής (< ἀγείρω «συγκεντρώνω»), πρβλ. ομηγερής. Το -η- του τ. οφείλεται σε έκταση εν συνθέσει].

German (Pape)

ές, = νεφεληγερέτα, Qu.Sm. 4.80.