σταθμικός: Difference between revisions

From LSJ

τοὺς φίλους ἐν ἀκινδύνῳ καθιστᾶσι → help friends out of danger

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=stathmikos
|Transliteration C=stathmikos
|Beta Code=staqmiko/s
|Beta Code=staqmiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[by weight]], οὐγγία Gal.13.417,894.</span>
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[by weight]], οὐγγία Gal.13.417,894.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 09:55, 31 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σταθμικός Medium diacritics: σταθμικός Low diacritics: σταθμικός Capitals: ΣΤΑΘΜΙΚΟΣ
Transliteration A: stathmikós Transliteration B: stathmikos Transliteration C: stathmikos Beta Code: staqmiko/s

English (LSJ)

ή, όν, A by weight, οὐγγία Gal.13.417,894.

German (Pape)

[Seite 927] = σταθμητικός, Sp.

Greek Monolingual

-ή, -ό, ΝΑ σταθμός
νεοελλ.
φρ. «σταθμική ανάλυση»
χημ. τεχνική ποσοτικής χημικής ανάλυσης κατά την οποία το άγνωστο συστατικό ενός δείγματος υλικού μετατρέπεται σε μια ουσία γνωστής σύστασης που μπορεί στη συνέχεια να αποχωριστεί και να ζυγιστεί
αρχ.
σταθμητικός.