Διο-: Difference between revisions

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
m (Text replacement - "   " to "")
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=Δῐο
|Full diacritics=Δῐο-
|Medium diacritics=Διο-
|Medium diacritics=Διο-
|Low diacritics=Διο-
|Low diacritics=Διο-
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=Dio-
|Transliteration C=Dio-
|Beta Code=*dio
|Beta Code=*dio
|Definition=(in Ep. Δῑο- metri gr.), in compds., both <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[sprung from Zeus]] or [[the gods]], and [[godlike]].</span>
|Definition=(in Ep. Δῑο- metri gr.), in compds., both <span class="sense"><span class="bld">A</span> sprung from [[Zeus]] or the [[god]]s, and [[godlike]].</span>
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''Διο-''': εὕρηται ἐν ἀρχῇ πολλῶν συνθέτων ὀνομάτων κυρίων τε καὶ προσηγορικῶν, ἅτινα σημαίνουσιν οὐχὶ μόνον τὸ γεγενῆσθαι ἐκ τοῦ [[Διός]] ἢ τῶν θεῶν, ἀλλὰ [[καθόλου]], [[ἔξοχος]], [[θεοειδής]], [[λαμπρός]], ὡς ἐν συνθέσεσι τὸ θεο-.
|lstext='''Διο-''': εὕρηται ἐν ἀρχῇ πολλῶν συνθέτων ὀνομάτων κυρίων τε καὶ προσηγορικῶν, ἅτινα σημαίνουσιν οὐχὶ μόνον τὸ γεγενῆσθαι ἐκ τοῦ [[Διός]] ἢ τῶν θεῶν, ἀλλὰ [[καθόλου]], [[ἔξοχος]], [[θεοειδής]], [[λαμπρός]], ὡς ἐν συνθέσεσι τὸ θεο-.
}}
}}

Revision as of 20:25, 10 February 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Δῐο- Medium diacritics: Διο- Low diacritics: Διο- Capitals: ΔΙΟ-
Transliteration A: Dio- Transliteration B: Dio- Transliteration C: Dio- Beta Code: *dio

English (LSJ)

(in Ep. Δῑο- metri gr.), in compds., both A sprung from Zeus or the gods, and godlike.

Greek (Liddell-Scott)

Διο-: εὕρηται ἐν ἀρχῇ πολλῶν συνθέτων ὀνομάτων κυρίων τε καὶ προσηγορικῶν, ἅτινα σημαίνουσιν οὐχὶ μόνον τὸ γεγενῆσθαι ἐκ τοῦ Διός ἢ τῶν θεῶν, ἀλλὰ καθόλου, ἔξοχος, θεοειδής, λαμπρός, ὡς ἐν συνθέσεσι τὸ θεο-.