Διο-

From LSJ

Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei

Menander, Monostichoi, 197
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Δῐο- Medium diacritics: Διο- Low diacritics: Διο- Capitals: ΔΙΟ-
Transliteration A: Dio- Transliteration B: Dio- Transliteration C: Dio- Beta Code: *dio

English (LSJ)

(in Ep. Δῑο- metri gr.), in compds., both sprung from Zeus or the gods, and godlike.

Greek (Liddell-Scott)

Διο-: εὕρηται ἐν ἀρχῇ πολλῶν συνθέτων ὀνομάτων κυρίων τε καὶ προσηγορικῶν, ἅτινα σημαίνουσιν οὐχὶ μόνον τὸ γεγενῆσθαι ἐκ τοῦ Διός ἢ τῶν θεῶν, ἀλλὰ καθόλου, ἔξοχος, θεοειδής, λαμπρός, ὡς ἐν συνθέσεσι τὸ θεο-.