παρακλίντωρ: Difference between revisions

From LSJ

Ἀλλ' Ἀχέροντι νυμφεύσω → I will become the bride of Acheron

Sophocles, Antigone, 816
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)" to "")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=paraklintor
|Transliteration C=paraklintor
|Beta Code=parakli/ntwr
|Beta Code=parakli/ntwr
|Definition=ορος, ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> = [[παρακλίτης]], <span class="title">AP</span>9.257 (Apollonid.).</span>
|Definition=ορος, ὁ, = [[παρακλίτης]], <span class="title">AP</span>9.257 (Apollonid.).</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 13:45, 23 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρακλίντωρ Medium diacritics: παρακλίντωρ Low diacritics: παρακλίντωρ Capitals: ΠΑΡΑΚΛΙΝΤΩΡ
Transliteration A: paraklíntōr Transliteration B: paraklintōr Transliteration C: paraklintor Beta Code: parakli/ntwr

English (LSJ)

ορος, ὁ, = παρακλίτης, AP9.257 (Apollonid.).

German (Pape)

[Seite 483] ορος, ὁ, = παρακλίτης, Apollds. 11 (IX, 257).

Greek (Liddell-Scott)

παρακλίντωρ: -ορος, ὁ, = παρακλίτης, Ἀνθ. Π. 9. 257.

Greek Monolingual

-ορος, ὁ, Α
αυτός που δειπνεί ξαπλωμένος κοντά σε κάποιον άλλο, δηλ. ο συμποσιαζόμενος, ο φιλοξενούμενος («παρακλίντορας ἔκτανεν ἄνδρας», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρακλίνω + επίθημα -τωρ (πρβλ. σημάν-τωρ)].

Greek Monotonic

παρακλίντωρ: -ορος, ὁ = παρακλίτης, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

παρακλίντωρ: ορος ὁ Anth. = παρακλίτης.

Middle Liddell

παρακλίντωρ, ορος, ὁ, = παρακλίτης, Anth.]