κισσοστεφής: Difference between revisions

From LSJ

ὁ γὰρ ἀποθανὼν δεδικαίωται ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας → anyone who has died has been set free from sin, the person who has died has been freed from sin, someone who has died has been freed from sin (Romans 6:7)

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[κισσοστεφής]] και κιττοστεφής, -ές)<br />[[στεφανωμένος]] με κισσό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κισσός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>στεφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[στέφος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>πυρι</i>-<i>στεφής</i>, <i>ροδο</i>-<i>στεφής</i>].
|mltxt=-ές (Α [[κισσοστεφής]] και κιττοστεφής, -ές)<br />[[στεφανωμένος]] με κισσό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κισσός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>στεφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[στέφος]]), [[πρβλ]]. <i>πυρι</i>-<i>στεφής</i>, <i>ροδο</i>-<i>στεφής</i>].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 13:39, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κισσοστεφής Medium diacritics: κισσοστεφής Low diacritics: κισσοστεφής Capitals: ΚΙΣΣΟΣΤΕΦΗΣ
Transliteration A: kissostephḗs Transliteration B: kissostephēs Transliteration C: kissostefis Beta Code: kissostefh/s

English (LSJ)

ές, = κισσοστέφανος (ivy-crowned), Anacreont. 46.5 ; κιττ-, Alciphr. 3.48.

German (Pape)

[Seite 1443] ές, mit Epheu gekränzt; Anacr. 46, 5; Alciphr. 3, 48.

Greek (Liddell-Scott)

κισσοστεφής: -ές, = τῷ προηγ., Ἀνακρ. 49. 5· κιττ-, Ἀλκίφρ. 3. 48.

Greek Monolingual

-ές (Α κισσοστεφής και κιττοστεφής, -ές)
στεφανωμένος με κισσό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κισσός + -στεφής (< στέφος), πρβλ. πυρι-στεφής, ροδο-στεφής].

Greek Monotonic

κισσοστεφής: -ές (στέφω), = το προηγ., σε Ανακρεόν.

Russian (Dvoretsky)

κισσοστεφής: Anacr. = κισσοστέφανος.

Middle Liddell

κισσο-στεφής, ές στέφω = κισσοστέφᾰνος, Anacreont.]