όναγρος: Difference between revisions

From LSJ

κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)

Source
(Created page with "{{grml |mltxt=ο (ΑΜ ὄναγρος)<br>νεοελλ.<br>ζωολ. λόγια ονομασία τού ασιατικού αγριογαϊδάρου, που, σύμφω...")
 
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (ΑΜ [[ὄναγρος]])<br>νεοελλ.<br>ζωολ. λόγια ονομασία τού ασιατικού αγριογαϊδάρου, που, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμηση, είναι γνωστός ως Equus hemionus και αντιπροσωπεύει το υποείδος αυτό, αλλ. περσικός όναγρος<br>αρχ.<br>1. άγριος όνος<br>2. ως κύριο όν. Ὄναγρος<br>τίτλος τού ελληνικού πρωτοτύπου τού έργου τού Πλαύτου Αsinaria.<br>3. είδος πολεμικής μηχανής με την οποία εκσφενδονίζονταν πέτρες ή άλλα βαριά βλήματα.<br>[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + ἄγριος].
|mltxt=ο (ΑΜ [[ὄναγρος]])<br>νεοελλ.<br>ζωολ. λόγια ονομασία τού ασιατικού αγριογαϊδάρου, που, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμηση, είναι γνωστός ως [[Equus hemionus]] και αντιπροσωπεύει το υποείδος αυτό, αλλ. περσικός όναγρος<br>αρχ.<br>1. [[άγριος]] [[όνος]]<br>2. ως κύριο όν. [[Ὄναγρος]]<br>τίτλος τού ελληνικού πρωτοτύπου τού έργου τού Πλαύτου [[Αsinaria]].<br>3. είδος πολεμικής μηχανής με την οποία εκσφενδονίζονταν πέτρες ή άλλα βαριά βλήματα.<br>[ΕΤΥΜΟΛ. < [[ὄνος]] + [[ἄγριος]]].
}}
}}

Revision as of 14:35, 7 April 2021

Greek Monolingual

ο (ΑΜ ὄναγρος)
νεοελλ.
ζωολ. λόγια ονομασία τού ασιατικού αγριογαϊδάρου, που, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμηση, είναι γνωστός ως Equus hemionus και αντιπροσωπεύει το υποείδος αυτό, αλλ. περσικός όναγρος
αρχ.
1. άγριος όνος
2. ως κύριο όν. Ὄναγρος
τίτλος τού ελληνικού πρωτοτύπου τού έργου τού Πλαύτου Αsinaria.
3. είδος πολεμικής μηχανής με την οποία εκσφενδονίζονταν πέτρες ή άλλα βαριά βλήματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + ἄγριος].