θυριδεύς: Difference between revisions

From LSJ

θυγάτριον ὡραῖον ἤδη γάμου → a girl already of marriageable age | a daughter, already marriageable

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θυριδεύς]], ὁ (Α)<br /><b>επιγρ.</b> το [[πλαίσιο]] της θυρίδας, δηλ. του παραθύρου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θυρίς]], -[[ίδος]], υποκορ. του [[θύρα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i>, [[πρβλ]]. <i>γραμματ</i>-<i>εύς</i>, <i>ιππ</i>-<i>εύς</i>].
|mltxt=[[θυριδεύς]], ὁ (Α)<br /><b>επιγρ.</b> το [[πλαίσιο]] της θυρίδας, δηλ. του παραθύρου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θυρίς]], -[[ίδος]], υποκορ. του [[θύρα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i>, [[πρβλ]]. [[γραμματεύς]], [[ιππεύς]]].
}}
}}

Revision as of 17:56, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῠρῐδεύς Medium diacritics: θυριδεύς Low diacritics: θυριδεύς Capitals: ΘΥΡΙΔΕΥΣ
Transliteration A: thyrideús Transliteration B: thyrideus Transliteration C: thyrideys Beta Code: qurideu/s

English (LSJ)

έως, ὁ, A window-frame, Inscr.Délos 290.212 (iii B.C.).

Greek Monolingual

θυριδεύς, ὁ (Α)
επιγρ. το πλαίσιο της θυρίδας, δηλ. του παραθύρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θυρίς, -ίδος, υποκορ. του θύρα + κατάλ. -εύς, πρβλ. γραμματεύς, ιππεύς].