ιστιοδέτης: Difference between revisions

From LSJ

ὅσον ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ ἐφεωρᾶτο τῆς νήσου → as much of the island as was in view from the temple

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ<br /><b>ναυτ.</b> [[σχοινί]], με [[μήκος]] [[πέντε]] ή έξι οργιές, κατάλληλο για το [[δέσιμο]] τών ιστίων, κν. [[σάγουλα]] τών πανιών της αποθήκης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἱστίον]] <span style="color: red;">+</span> -[[δέτης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>δέω</i>[ΙΙ]), [[πρβλ]]. <i>αγκυρο</i>-[[δέτης]], <i>λαιμο</i>-[[δέτης]].
|mltxt=ὁ<br /><b>ναυτ.</b> [[σχοινί]], με [[μήκος]] [[πέντε]] ή έξι οργιές, κατάλληλο για το [[δέσιμο]] τών ιστίων, κν. [[σάγουλα]] τών πανιών της αποθήκης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἱστίον]] <span style="color: red;">+</span> -[[δέτης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>δέω</i>[ΙΙ]), [[πρβλ]]. [[αγκυροδέτης]], [[λαιμοδέτης]].
}}
}}

Latest revision as of 07:36, 24 August 2021

Greek Monolingual


ναυτ. σχοινί, με μήκος πέντε ή έξι οργιές, κατάλληλο για το δέσιμο τών ιστίων, κν. σάγουλα τών πανιών της αποθήκης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱστίον + -δέτης (< δέω[ΙΙ]), πρβλ. αγκυροδέτης, λαιμοδέτης.