κανθηλικός: Difference between revisions
From LSJ
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life
m (Text replacement - "pack-saddle" to "pack saddle") |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kanthilikos | |Transliteration C=kanthilikos | ||
|Beta Code=kanqhliko/s | |Beta Code=kanqhliko/s | ||
|Definition=ή, όν, | |Definition=ή, όν, [[belonging to a pack saddle]], [[σαγή]] prob. in PGoodsp.Cair.30xxxviii 16 (ii A. D.). | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κανθηλικός]], -ή, -όν (Α) [[κανθήλιον]]<br />αυτός που αναφέρεται στο [[κανθήλιο]], στον όνο («[[τιμή]] σάγης κανθηλικῆς» — [[αξία]] σάγματος, σαμαριού όνου]. | |mltxt=[[κανθηλικός]], -ή, -όν (Α) [[κανθήλιον]]<br />αυτός που αναφέρεται στο [[κανθήλιο]], στον όνο («[[τιμή]] σάγης κανθηλικῆς» — [[αξία]] σάγματος, σαμαριού όνου]. | ||
}} | }} |
Revision as of 14:40, 22 December 2021
English (LSJ)
ή, όν, belonging to a pack saddle, σαγή prob. in PGoodsp.Cair.30xxxviii 16 (ii A. D.).
Greek Monolingual
κανθηλικός, -ή, -όν (Α) κανθήλιον
αυτός που αναφέρεται στο κανθήλιο, στον όνο («τιμή σάγης κανθηλικῆς» — αξία σάγματος, σαμαριού όνου].