ἀπεικόνισμα: Difference between revisions
From LSJ
ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis
mNo edit summary |
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπεικόνισμα''': τό, = [[ἀπείκασμα]], Ἐπιστ. Σωκρ. 20, | |lstext='''ἀπεικόνισμα''': τό, = [[ἀπείκασμα]], Ἐπιστ. Σωκρ. 20, συχν. παρὰ Φίλωνι καὶ Ἐκκλ.: ― [[ὡσαύτως]] ἀπεικόνισις, ἡ, Βυζ., καὶ ἀπεικονισμός, ὁ, Ἐπιφάν. = [[ἀπεικασία]]. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Revision as of 14:55, 31 January 2022
English (LSJ)
ατος, τό, = ἀπείκασμα, (image, copy) Socr.Ep.20, Ph.1.4, al., BMus.Inscr.481*.24 (Ephesus, ii A.D.), Phlp. inPh.316.24.
German (Pape)
[Seite 283] τό, Abbild, Epist. Socrat. 20.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπεικόνισμα: τό, = ἀπείκασμα, Ἐπιστ. Σωκρ. 20, συχν. παρὰ Φίλωνι καὶ Ἐκκλ.: ― ὡσαύτως ἀπεικόνισις, ἡ, Βυζ., καὶ ἀπεικονισμός, ὁ, Ἐπιφάν. = ἀπεικασία.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
representación, imagen, estatua Socr.Ep.20, Ph.1.4, 106, IEphesos 27.23, 24 (II d.C.), Phlp.in Ph.316.24, del hombre hecho a imagen de Dios, Clem.Al.Strom.7.5.29, Cyr.Al.M.73.484C.
Greek Monolingual
ἀπεικόνισμα, το (AM)
1. η αναπαράσταση, το αντίγραφο
2. το ομοίωμα.