σταχυηρός: Difference between revisions
From LSJ
Θυσία μεγίστη τῷ θεῷ τό γ' εὐσεβεῖν → Pietate maius nil offertur numini → Das größte Opfer für den Gott ist Frömmigkeit
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ά, -όν, Α<br /><b>1.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τά σταχυηρά</i><br />τα φυτά που σχηματίζουν [[στάχυ]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «σταχυηρὸν [[σπέρμα]]» — [[σπόρος]] από τον οποίο παράγεται [[φυτό]] με στάχια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάχυς]], -<i>υος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ηρός</i> ( | |mltxt=-ά, -όν, Α<br /><b>1.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τά σταχυηρά</i><br />τα φυτά που σχηματίζουν [[στάχυ]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «σταχυηρὸν [[σπέρμα]]» — [[σπόρος]] από τον οποίο παράγεται [[φυτό]] με στάχια.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάχυς]], -<i>υος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ηρός</i> ([[πρβλ]]. [[νοσηρός]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 16:33, 11 May 2023
English (LSJ)
ά, όν, bearing ears of corn, σπέρμα Thphr.HP9.16.4; τὰ σ. plants that bear ears, cereals, ib.1.11.4, al.
German (Pape)
[Seite 931] mit Aehren, τὰ σταχυηρά, die ährentragenden Pflanzen, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
στᾰχυηρός: -ά, -όν, ὁ φέρων στάχυας σίτου, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 16, 4· τὰ σταχυηρά, τὰ φυτὰ ὅσα φέρουσι στάχυας, τὰ σιτηρά, τὰ δημητριακά, τὰ «γεννήματα», ὁ αὐτ. 1. 11, 4, κτλ.
Greek Monolingual
-ά, -όν, Α
1. το ουδ. ως ουσ. τά σταχυηρά
τα φυτά που σχηματίζουν στάχυ
2. φρ. «σταχυηρὸν σπέρμα» — σπόρος από τον οποίο παράγεται φυτό με στάχια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στάχυς, -υος + κατάλ. -ηρός (πρβλ. νοσηρός)].